Το «Καλλέργειο» («Παλάτιον της Κυβερνήσεως») στο Άργος – Συμβολές στην ιστορία της Κτιριοδομίας της Καποδιστριακής εποχής (1828-1833) |Βασίλης Δωροβίνης – Δικηγόρος, Πολιτικός επιστήμονας, Ιστορικός
Το κτίριο όπου στεγάζεται σήμερα τμήμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Άργους (με προϊστορικές και ρωμαϊκές αρχαιότητες), γνωστό με το όνομα «Καλλέργειο» και ως κατοικία, παλαιά, της οικογένειας του στρατηγού Δημ. Καλλέργη, αποτελεί μία από τις περίεργες περιπτώσεις της ιστορίας της κτιριοδομίας της Καποδιστριακής εποχής – και όχι μόνον αυτής.
Πρόκειται για κτίριο που θεωρείται από τα σημαντικότερα του Άργους και της εποχής εκείνης. Δύο φορές έχει χαρακτηρισθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως έργο τέχνης, που χρειάζεται ειδική προστασία,[1] και όμως πυκνό πέπλο μυστηρίου κάλυπτε τον χρόνο και τρόπο οικοδόμησής του αλλά και τον αρχιτέκτονά του. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμα και σε άρθρα του αθηναϊκού τύπου με την ευκαιρία των εγκαινίων των δύο τμημάτων του Μουσείου, το 1959 και το 1961, δεν γίνεται μνεία στοιχείων ιστορίας του «Καλλέργειου»,[2] ενώ μόνο μία σύντομη και γενικολόγα αναφορά για τον τύπο της αρχιτεκτονικής του έχω εντοπίσει μέχρι σήμερα,[3] και αυτή μετά τη «δραστική» επέμβαση στο κτίριο για μετατροπή του σε Μουσείο.

Η δυτική πλευρά της ιστορικής οικίας του στρατηγού Δημητρίου Καλλέργη. Η Οικία Καλλέργη, κτισμένη το 1830, μετασκευάστηκε κατάλληλα για να μετατραπεί σε μουσειακό χώρο κατά το διάστημα 1956-1957, ενώ η προσθήκη του σύγχρονου κτηρίου – Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους-, που κτίστηκε με έξοδα της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, εγκαινιάστηκε το 1961. Τα σχέδια ήταν του Ρώσου αρχιτέκτονα Youri Fomine. Το 2014 το μουσείο διέκοψε τη λειτουργία του για να εκσυγχρονιστούν οι απαρχαιωμένες κτηριακές του υποδομές και να πραγματοποιηθεί επανέκθεση των συλλογών του, σύμφωνα με τις επιταγές της σύγχρονης μουσειακής θεωρίας και πρακτικής. Μετά από 11 χρόνια ο εκσυγχρονισμός του κτηριακού συγκροτήματος βρίσκεται, ακόμη, σε εξέλιξη. Φωτογραφία: Τάσος Τσάγκος, λήψη, 20 Νοεμβρίου 2022.
Εκτός από αυτά, αναφορές των ντόπιων λογίων και ιστοριοδιφών, ακόμα και της ακρίβειας ενός Δημ. Βαρδουνιώτη, παρουσιάζονται φαινομενικά αρκετά αντιφατικές. Γράφω φαινομενικά, γιατί από τις έρευνές μου στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, στο τμήμα του αρχείου του Δημ. Καλλέργη το οποίο δωρήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη και, πριν λίγους μήνες, στο καποδιστριακό αρχείο της Κέρκυρας, έφτασα στο σημείο να διαλευκάνω το μεγαλύτερο μέρος του ιστορικού της ανέγερσης και της αρχικής χρήσης του κτιρίου, αλλά και να διαπιστώσω ότι οι παρουσιαζόμενες ως αντιφατικές πληροφορίες των ιστοριοδιφών ανταποκρίνονται, τελικά, σε τμήματα μιας πραγματικότητας με εναλλαγές ιδιοκτησιακού καθεστώτος και χρήσεων, μέσα σε μία διετία (1830-32). Στην ιστορική μνήμη πέρασαν και καταστάλαξαν οι εναλλαγές, αόριστα και σωρευτικά, ενώ έγιναν άφαντες οι συγκεκριμένες ιστορικές αιτίες και τα γεγονότα.
Ας δούμε, λοιπόν, τι αναφέρουν για το κτίριο οι ντόπιοι λόγιοι και ιστοριοδίφες, από τους οποίους ο Τάσος Τσακόπουλος, που επανειλημμένα ασχολήθηκε μαζί του, είναι και ο μόνος που ευτυχώς διέσωσε, το 1939 και το 1954, πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για την εσωτερική διακόσμηση και διαρρύθμισή του.
Τοπικές αναφορές
Ο Δημ. Βαρδουνιώτης, στη μελέτη του «Η εν Άργει σφαγή κατά το 1833»,[4] δίδει πολύτιμη αναφορά του κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου, τουλάχιστον όπως αυτός θα παρέμενε μετά τα μέσα του 19ου αιώνα (ο Βαρδουνιώτης γεννήθηκε το 1847 και είχε πρόσβαση, όπως αντικειμενικά διαπιστώνεται, σε κάποια έγγραφα του αρχείου Καλλέργη). Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα:
«Εις το προς ανατολάς άκρον της ευρυτάτης πλατείας του στρατώνος και εγγύτατα αυτού υψούται η μεγάλη και ωραία οικία του Καλλέργη, νεόδμητον τότε μέγαρον (Σ.Σ. ενν. το 1833), οικοδομηθέν υπό του φίλου του Κυβερνήτου Καποδιστρίου. Η οικοδομή αυτή καθ’ όμοιον περίπου της οποίας σχέδιον εκτίσθη και η σύγχρονος και γείτων οικία του Τρικούπη[5] περιβάλλεται καθ’ όλας τας πλευράς, πλην της δυτικής, υπό μεγίστης περιοχής, εν η διέλαμπεν η φιλοκαλία και η μεγαλοπρέπεια. Ανθών πλούσιος, οικήματα υπηρετών και φυλάκων περίκομψα, σταύλοι ηγεμονικοί, δεξαμενή άριστον παρέχουσα ύδωρ, και κήπος, βασίλειος και ρωμαντικώτατος, περιέχων πολλά και ποικίλα ωραία δένδρα, ιδίως λεμονέας, πορτοκαλέας και μικρόν άλσος κυπαρίσσων, εις το ανατολικόν βάθος του οποίου ηγείρετο κομψός ιδιόκτητος ναΐσκος, εκόσμουν το περίβλεπτον μέγαρον και καθίστων αυτό θελκτικώτατον διαμονητήριον.
Ο Δημήτριος Καλλέργης, περιφανής προσωπικότης, υπερδοξασθείς ύστερον ως ήρως του Συντάγματος της 3 Σεπτεμβρίου 1843, ήτο κατά το 1832 συνταγματάρχης και αρχηγός του Ιππικού, δρων δε και έξοχον πρόσωπον εν τη πολιτική σκηνή, κατώκει μετά της οικογενείας του εν τη ανωτέρω οικία, ήτις ην η αρίστη των εν Άργει».
Την περιγραφή αυτή επαναλαμβάνει και ο Ναυπλιώτης ιστορικός Λαμπρυνίδης στο χειρόγραφο για τη δεύτερη έκδοση του έργου του «Η Ναυπλία»,[6] ενώ ο ίδιος ο Βαρδουνιώτης το 1893, σε νεκρολογία του για τη σύζυγο του Καλλέργη Σοφία, αναφέρεται στο «εν Άργει μέγαρον του συζύγου της».

Νύχτα, 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Φανταστικός πίνακας αγνώστου ζωγράφου της εποχής. Ο ζωγράφος παρουσιάζει σε πρώτο πλάνο το συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη έφιππο έξω από τα ανάκτορα, να ζητά Σύνταγμα, από το βασιλέα Όθωνα και την Αμαλία. (Συλλογή Λάμπρου Ευταξία).
Σε άλλο άρθρο του για τον τελευταίο απόγονο Καλλέργη που πέθανε στο Άργος, τον Εμμανουήλ, γιο του στρατηγού, αναφέρει, το 1910:[7] «κατώκει δε πάντοτε εις τον οίκον του πατρός του, μέγα και λαμπρόν μέγαρον οικοδομηθέν από των χρόνων του Καποδιστρίου, μετά μεγάλου και περιφήμου κήπου».
Το 1932, ο ιστοριοδίφης Κ. Ολύμπιος αναφέρει ότι ο Δημ. Καλλέργης ήταν πλουσιότατος, «όπως φανερώνει η επί Καποδιστρίου ανεγερθείσα ενταύθα μεγαλοπρεπεστάτη οικία του»,[8] ενώ το 1938 ο Τάσος Τσακόπουλος, στη σειρά άρθρων του για «Το Άργος κατά τον ΙΘ’ αιώνα»,[9] αναφέρει για πρώτη φορά ότι, από την καποδιστριακή εποχή, σώζεται στο Άργος και η «οικία του στρατηγού του Αγώνος Δημητρίου Καλλέργη, ήτις κατ’ αρχάς εκτίσθη δια νοσοκομείον και στεγασμόν δια τας αποθήκας» και παρακάτω γράφει: «ο Δημήτριος Καλλέργης εις ον ο Κυβερνήτης εδωρήσατο την οικίαν». Για την παρατήρησή του θεωρώ ότι ο Τσακόπουλος παρασύρθηκε από αόριστη αναφορά της γνωστής έκθεσης του Χάιντεκ (ενώπιον της Δ’ Εθνοσυνελεύσεως στο αρχαίο θέατρο του Άργους (Ιούλιος – Αύγουστος 1829), στην οποία ο τότε φρούραρχος Ναυπλίου έκαμε απολογισμό έργων που είχαν εκτελεσθεί έως τότε) και προχώρησε σε αυθαίρετη ταύτιση.
Ένα χρόνο αργότερα, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε σε τοπική εφημερίδα και ήταν ειδικά αφιερωμένο στο «Καλλέργειο»,[10] για το οποίο από τότε υπήρχαν ευχές και προτάσεις να μετατραπεί σε Μουσείο, αναφέρει τα εξής:
«Η οικία Καλλέργη (…), είναι άγνωστον όμως πώς και πότε εγκατέστη ή μάλλον το πιθανώτερον κατέλαβεν αυτήν ο Καλλέργης (…)».
«Το μέγαρον Καλλέργη είναι μέγα, επιβλητικόν, μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, ως είπομεν κατερειπωμένον ήδη, με πολλά ευρύχωρα, ευάερα και ηλιόλουστα δωμάτια, με διαφόρους καλλιτεχνικάς διακοσμήσεις, αίτινες με την παρέλευσιν του χρόνου έχουν ως επί το πλείστον καταστραφή.
Έκαστον των δωματίων εντός της μεγάλης αιθούσης έχουν τζάκι, διά να θερμαίνεται ολόκληρος η οικία. Εξ όλων των δωματίων διακρίνεται η μεγάλη και δραματική αίθουσα με τας ωραίας διακοσμήσεις (Σ.Σ. πρόκειται για τη μεγάλη αίθουσα του πρώτου ορόφου, όπου σήμερα [1990] εκτίθενται ρωμαϊκές αρχαιότητες). Άνωθεν και εις το μέσον φαίνεται γύψινος αετός, εξ ου εκρέματο ο φωτίζων πολυέλαιος κατά τα τότε μέσα του φωτισμού. Εις τας τέσσαρας πλευράς της αναγιγνώσκονται εντός καλλιτεχνικών πλαισίων, με ωραία, μεγάλα γράμματα, τέσσαρες πολυσήμαντοι πολιτικοϊστορικαί χρονολογίαι. Εις την Β. πλευράν η 25 Μαρτίου 1821 (είναι η χρονολογία η καθιερωθείσα δια Β. Διατάγματος τη 17 Μαρτίου 1838 ως έναρξις της Ελληνικής επαναστάσεως), και εις την διάμεσον θύραν της αυτής πλευράς διακρίνονται τα λατινικά γράμματα Ρ.Β.R. Εις την ανατολικήν η 3 Σεπτεμβρίου 1843, ης πρωταθλητής της βιαίας συνταγματικής μεταβολής υπήρξεν ο Καλλέργης (…). Άνωθεν της μεσοθύρας της αυτής πλευράς διακρίνονται τα λατινικά γράμματα C.D.C.D. ως και μία κακότεχνος εικών τουφεκίου. Εις την νότιον πλευράν η 18 Μαρτίου 1844, ημέρα καθ’ ην ο αυτός βασιλεύς, εν μεγάλη πομπή και μετά της αυτής επισημότητος, ώμοσε τον νενομισμένον όρκον εις το υπό της εθνοσυνελεύσεως ψηφισθέν σύνταγμα. Εις την δυτικήν πλευράν και άνωθεν της θύρας του θρυλικού και τραγικού εξώστου, διεκρίνετο η 4 Ιανουαρίου 1833, η απαισία και αιμοβαφής διά το Άργος χρονολογία, ήτις υπενθυμίζει τα εν τη πόλει μας αιματηρά γεγονότα. (Σ.Σ. για τα οποία και η μελέτη του Βαρδουνιώτη, που προαναφέραμε). Η χρονολογία αυτή ανεγιγνώσκετο προ 25τίας, αλλ’ εξηφανίσθη δι’ ασβέστου, ίσως και σκοπίμως, δεν εξηγείται άλλως. Εις την δε πλευράν του Ν.Α. δωματίου προ τριετίας διεκρίνετο καλλιτεχνικώτατον εκ λευκού χρώματος κενοτάφιον με την εξής επιγραφήν: «Ο τάφος της ωραίας Ελένης του βασιλέως της Σπάρτης Μενελάου», άνωθεν αυτού ίστατο γυνή μάλλον υψηλού αναστήματος, λευκοφόρος, λεπτή, ωραιοτάτη και νεαρά, κακαλυμμένον έχουσα το πρόσωπον δια των χειρών της. Παραπλεύρως και εις το δεξιόν μέρος της ισταμένης γυναικός υψούντο 3 κυπάρισσοι, εν δένδρον του οποίου κλώνοι τινές έφθανον εις τους ώμους της, ήσαν και ολίγοι θάμνοι πέριξ του κενοταφίου, εις δε το κάτω μέρος και δεξιά της εικόνος ανεγιγνώσκοντο δύο κακογεγραμμένα δημώδη δίστιχα. Τίποτε εξ αυτών δεν φαίνεται, χάρις εις την καταστρεπτικήν και επάρατον άσβεστον».
Ο Τσακόπουλος αναφέρει και πάλι την περιγραφή Βαρδουνιώτη για τον κήπο και προσθέτει: «Μέχρι σήμερον σώζονται τέσσαρες κυπάρισσοι και μία ελαία (…). Εις το ανατολικόν μέρος, μεταξύ οικίας Ανδρ. Σαγκανά και των δύο κυπαρίσσων, διότι αι δύο άλλαι είναι ολίγον Ν.Δ., ηγείρετο κομψός και ιδιόκτητος ναΐσκος, τιμώμενος επ’ ονόματι του αγίου Δημητρίου».
Σε παρόμοιο άρθρο του, μεταπολεμικά και στην ίδια τοπική εφημερίδα,[11] επαναλαμβάνει κατά λέξη την άποψη ότι μάλλον κατέλαβε το οίκημα ο Καλλέργης, προσθέτοντας: «βιαίως, ο τότε πανίσχυρος και παντοδύναμος Καλλέργης». Αλλά και ότι «παρόλας τας πολυετείς και επιμόνους προσπαθείας μας, δεν ηδυνήθημεν να εξακριβώσωμεν τούτο». Το 1953, σε άλλη μελέτη του,[12] ο Τσακόπουλος αναφερόμενος στην οικία Καλλέργη, «κατερειπωμένη» τότε, τη χαρακτηρίζει ως «έργον και αυτό του φιλοπόλιδος αειμνήστου Κυβερνήτου», ενώ σε άλλο άρθρο του, τον επόμενο χρόνο,[13] όταν είχαν αρχίσει εργασίες επισκευών του κτιρίου, δίδει την πολύ σημαντική πληροφορία για ανακάλυψη λιθίνων πλακών χρονολόγησης:
«Με το κατέβασμα της σκεπής και ιδίως του κρηπιδώματος της οικίας Καλλέργη απεκαλύφθησαν δύο εκ λίθου πλάκες (40×30 εκ. του μ.) εν αις είναι κεχαραγμένη εις αμφοτέρας τας πλάκας η αυτή χρονολογία 1830. Και η μεν μία εξ αυτών είναι είναι εντοιχισμένη εις την κορυφήν της ανατολικής γωνίας, η δε άλλη εις την δυτικήν γωνίαν της μεσημβρινής πλευράς».
Ο Τσακόπουλος υποστηρίζει σωστά, όπως θα δούμε, ότι οι πλάκες μαρτυρούν για το έτος κατασκευής του κτιρίου, αλλά επαναλαμβάνει την ταύτισή του με την αόριστη αναφορά του Χάιντεκ για νοσοκομείο και αποθήκη. Και μόνος και μάταια αυτός υποστηρίζει ότι τα στοιχεία αυτά, όπως και τα διακοσμητικά που είχε περιγράψει, θα έπρεπε να διαφυλαχθούν και να αποκατασταθούν, ενώ στην πραγματικότητα οι μεν πλάκες απομακρύνθηκαν και είναι άγνωστο πού βρίσκονται σήμερα, ενώ τα διακοσμητικά φαίνεται να έχουν καταστραφεί.
Τέλος θα πρέπει να αναφέρω ότι ο ιστοριοδίφης Ιω. Ε. Ζεγκίνης, στην πρώτη έκδοση του έργου του για το Άργος, αναφέρει ότι το κτίριο είχε κτιστεί από τον Καποδίστρια για νοσοκομείο και ότι κατόπιν παραχωρήθηκε στον Καλλέργη, ενώ στη δεύτερη έκδοση αναφέρει ότι το κατέλαβε ο Καλλέργης, χωρίς να παραπέμπει σε καμία συγκεκριμένη πηγή.[14]
Η αναφορά για κατάληψη του κτιρίου από τον Καλλέργη πιθανόν να στηρίζεται σε συγκεκριμένο γεγονός που περιέχεται στη μελέτη του Βαρδουνιώτη για τις σφαγές του Άργους, μοναδική για το θέμα μέχρι σήμερα και στηριζόμενη σε αποκλειστικά ελληνικές πηγές, δηλαδή στο ότι όταν οι επικεφαλής του γαλλικού αγήματος ζήτησαν από τη Σοφία Καλλέργη να χρησιμοποιήσουν το οίκημα, επικαλέστηκαν το ότι ο σύζυγός της το είχε καταλάβει.
Οι Καλλέργηδες στο Άργος και στην Αργολίδα
Με μεγάλη συντομία και δίχως φόρτο παραπομπών, τις οποίες προορίζουμε για άλλη, εξειδικευμένη μελέτη μας, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο Δημήτριος Καλλέργης (γενν. το 1803), με τους αδελφούς του Νικόλαο και Εμμανουήλ, όλοι της γνωστής κρητικής οικογένειας αλλά κάτοικοι Πετρούπολης, στέλνονται από το θείο τους Εμμανουήλ, με πολλά όπλα και χρήματα, στην Ελλάδα, όπου φτάνουν στις 25-4-1822. Περίπου ένα χρόνο αργότερα ο αδελφός Εμμανουήλ πεθαίνει. Οι άλλοι δύο συνεχίζουν τον αγώνα. Το 1825 ο Δημήτριος βρίσκεται στο Άργος επικεφαλής σώματος 700 περίπου Κρητών μαχητών, το 1827 στα νησιά του Αιγαίου, και τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου παίρνει μέρος στη μάχη των Αθηνών, όπου αιχμαλωτίζεται και ελευθερώνεται με λύτρα.
Με την έλευση του Καποδίστρια οι δύο αδελφοί συνδέονται αμέσως μαζί του και ο Δημήτριος ιδιαίτερα και με τον Αυγουστίνο. Ο Νικόλαος ορίζεται Διοικητής Αργολίδας (τον ξαναβρίσκουμε Νομάρχη της το 1844), ενώ ο Δημήτριος αναλαμβάνει για μικρό διάστημα, το 1828, Διοικητής του Πόρου, όπου τέσσερα χρόνια αργότερα παίρνει ενεργό μέρος κατά των εκεί στασιαστών. Στις 24-6-1831 διορίζεται Διοικητής του σώματος του Ιππικού και στις 18-3-1832 ονομάζεται συνταγματάρχης του ιππικού.
Έως την έλευση του Όθωνα έχει ενεργό συμμετοχή, με την πλευρά των καποδιστριακών – «κυβερνητικών», στην εμφύλια διαμάχη, είναι γνωστός ο ρόλος του στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, ενώ διατελεί και πρεσβευτής της Ελλάδας στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Πεθαίνει στις 8-4-1867.

Οικόσημο θεωρούμενο της οικογένειας Καλλέργη. Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Πολύ νέος νυμφεύεται με την περίφημη Σοφία Ρέντη, «μήλον της έριδος» και παρά λίγο αιτία γενικευμένου εμφυλίου πολέμου, το 1826, όταν συγκρούστηκαν γι’ αυτήν με το στρατό τους ο Γιαννάκης και ο Παναγιώτης Νοταράς. Ο πρώτος αρραβωνιάζεται, τελικά, μαζί της, αλλά σκοτώνεται λίγο αργότερα, 21 ετών, στη μάχη των Αθηνών. Ο Δημ. Καλλέργης ήταν συμμαχητής και στενός φίλος του.
Μετά το θάνατο του Δ. Καλλέργη, και συγκεκριμένα από το 1869, η Σοφία εγκαθίσταται οριστικά και συνεχώς στο οίκημα του Άργους, σε μεγάλη οικονομική στενότητα, ως το θάνατό της στις 4-2-1893, σε ηλικία περίπου 90 ετών.
Ο Δημήτριος και η Σοφία απέκτησαν δύο παιδιά, μία κόρη, που παντρεύτηκε γιο Κουντουριώτη, και τον Εμμανουήλ, γνωστό ως άριστο αξιωματικό αλλά και ως ερωτευμένο με την αυτοκράτειρα Ευγενία της Γαλλίας, οπότε και τον ανάγκασαν να επανακάμψει στην Ελλάδα (1861). Από το 1869 παρέμεινε με τη μητέρα του συνεχώς στο σπίτι του Άργους, το 1886 αποστρατεύθηκε ως ταγματάρχης των Γενικών Επιτελών και πέθανε στο ίδιο σπίτι στις 6-5-1909, σε ηλικία 74 ετών (είχε γεννηθεί στις 27-4-1835). Ήταν και ο τελευταίος από τους Καλλέργηδες που το κατοίκησαν.
Η οικοδόμηση του κτιρίου, η μετατροπή του σε «Παλάτιον της Κυβερνήσεως» και η τύχη του ως τις αρχές του 20ού αιώνα
Σαφή μαρτυρία για το πού διέμενε ο Δημ. Καλλέργης στην Αργολίδα έχουμε μόνο για τις αρχές του 1830. Από κατάσταση παράδοσης υλικών, της 30 Ιουνίου 1828, δίδεται πληροφορία για παράδοση μέρους τους στον Καλλέργη, αλλά δεν προσδιορίζεται ο σκοπός.[15]
Θα αρκεστούμε, λοιπόν, στα «Απομνημονεύματα» του Αλεξάνδρου Ρ. Ραγκαβή, στα οποία γίνεται εκτενής μνεία για την κοινωνική ζωή του Ναυπλίου και αναφέρεται:[16] «Μεταξύ δε των εγχωρίων των κοινωνικόν κύκλον αποτελούντων μία των μάλλον προεχουσών οικογενειών ην η του συνταγματάρχου του ιππικού, και μετά ταύτα στρατηγού Δημ. Καλλέργη, νέου, πλουσίου, πολυδαπάνου, υπό του Κυβερνήτου ιδίως ευνοουμένου και παρά πάσιν αγαπητού, εις ο ουκ ολίγον συνετέλει και η σπανία χάρις και καλλονή της συζύγου του, Κυρίας Σοφίας Καλλέργη».
Και προσθέτει ο Ραγκαβής ότι «φοιτούσε» συνεχέστατα τα βράδια «εις του Καλλέργη, ή και εις του Μουρούζη, κατοικούντος εν τη αυτή οικία (τη του Βουδούρη)». Ο Καλλέργης, εύπορος, λοιπόν, και «πολυδάπανος», μένει σε νοικιασμένο σπίτι, στο Ναύπλιο. Ακριβώς τότε, όμως, έχουμε μία πρώτη πληροφορία για αγορά σπιτιού από τον ίδιο, στο Ναύπλιο, του οποίου την κυριότητα αποποιείται και ζητά την επιστροφή της προκαταβολής.[17] Δεκατέσσερις μέρες νωρίτερα (13-2-1830), με έγγραφό του προς το Διοικητή Ναυπλίου, Άργους και Κάτω Ναχαγιέ,[18] ο Γραμματέας της Επικρατείας Ν. Σπηλιάδης δηλώνει τα εξής:
«Ο κ. Δημ. Καλλέργης εζήτησε την εις την μεγάλην πλατείαν του εν Άργει στρατώνος κειμένην τοποθεσίαν υπό το όνομα του Χασάν Εφένδη, διά να οικοδομήση επ’ αυτής με τας αυτάς συμφωνίας εις τας οποίας ήθελον καθυποβληθή και όσοι άλλοι κτίσουν εις το ίδιον μέρος.
Ο προκάτοχός σου προσκληθείς να μας πληροφορήση περί της ειρημένης τοποθεσίας, διηύθυνε διά της υπ’ αριθ. 4782 αναφοράς του την των Δημογερόντων Άργους περιέχουσαν την έκτασιν και θέσιν του ζητουμένου τόπου και διαλαμβάνουσαν ότι εκτός μιάς στέρνας και ενός πηγαδίου δεν περιέχει άλλην ύλην.
Εις τας παρατηρήσεις της Δημογεροντίας περί ενδεχομένης αποζημιώσεως προς τους εντοπίους εις το ίδιον μέρος δεν βλέπομεν καμμίαν δυσκολίαν εις το να παραχωρηθή ο τόπος ούτος εις τον κ. Καλλέργην διότι ούτε διαστάθμισις της πόλεως υπάρχει ούτε περί αποζημιώσεων γίνεται λόγος ουδαμού (ΣΣ. δυσανάγνωστη η τελευταία λέξη).
Δια τούτο εγκρίνομεν να δοθή ο τόπος ούτος εις τον κ. Καλλέργην κατά τας συμφωνίας τας οποίας διαλαμβάνει η προειρημένη αναφορά του προκατόχου σου».
Δυστυχώς δεν εντοπίσαμε την αναφορά του προηγούμενου Διοικητή και τη συνημμένη αναφορά της Δημογεροντίας του Άργους. Σε άλλη, όμως, αναφορά ιδιώτη, του Γ. Μ. Αντωνόπουλου, προς τον Καποδίστρια, για παραχώρηση «Εθνικού τόπου» στο Άργος με σκοπό οικοδόμηση κτιρίου του αδελφού του,[19] στις 6-6-1830, επισημαίνουμε ότι του ζητά «(…) με τας αυτάς συμφωνίας, οπού και προς τον Κύριον Δημήτριον Καλλέργην επαραχωρήθη, υποσχόμενος εν διαστήματι τεσσάρων μηνών να κάμη έναρξιν της οικοδομής, και διότι θέλει πέμψω την καταμέτρησιν της θέσεως εις Τεργέστην δια να με στείλη το σχέδιον της οικοδομής και λοιπά αναγκαία».
Η επιβολή συντόμων προθεσμιών για ανεγέρσεις ιδιωτικών οικοδομών σε παραχωρούμενη εθνική γη ήταν ο κανόνας και, ειδικά για το Άργος, με το διάταγμα 2185/21-8-1830, γίνεται σαφές ότι εφαρμόζεται το ΙΓ’ Ψήφισμα (αρ. 1007) με το οποίο γίνονται παραχωρήσεις μόνο έως ένα στρέμμα στους αιτούντες.[20] Για την περίπτωση του Καλλέργη είναι σαφές ότι έγινε παραχώρηση μεγαλύτερης έκτασης, όπου σύμφωνα με το σχέδιο πόλης του Ντεβώ, προβλεπόταν η οικοδόμηση τριών δημοσίων κτιρίων.
Από το αρχειακό υλικό δεν προκύπτουν στοιχεία για τον αρχιτέκτονα της οικοδομής Καλλέργη. Επισημαίνουμε, όμως, ότι εύλογα θα μπορούσε να τεθεί το ερώτημα μήπως κάποιος από τους δύο, τουλάχιστον, αρχιτέκτονες που είχαν επιφορτιστεί με το σχέδιο της πόλης του Άργους κατά την περίοδο αυτή (Ντεβώ και Λ. Ζαβός) υπήρξε και ο συντάκτης των σχεδίων για το Καλλέργειο.
Γεγονός παράδοξο είναι, πάντως, ότι στα οριστικά σχέδια Ντεβώ (Απρίλιος 1829) και Ντε Μποροτσύν (Μάρτιος 1831) σημειώνεται οικοδομή, με βοηθητικά κτίρια, στη θέση ακριβώς του Καλλέργειου, των ίδιων διαστάσεων και της ίδιας μορφής με εκείνη. Αλλά το 1829 δεν είχε καν κτιστεί η οικοδομή (μόλις στις 26-8-1830 ο Τοποτηρητής Άργους Ν. Μαυρομάτης αναφέρει σε έγγραφό του,[21] ρητά ότι ο «κύριος Καλλέργης ετελείωσε τας οικοδομάς του»). Είναι, εξάλλου, αξιοσημείωτο ότι η οικοδομή που αναπαριστάνεται στα σχέδια αυτά ταυτίζεται, σχεδόν απόλυτα, προς εκείνη του αποσπάσματος του σχεδίου πόλεως του 1847. Αλλά γεγονός αποτελεί και το ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η οικοδομή ο Ντεβώ βρισκόταν στο Άργος. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, να ήταν ο συντάκτης των σχεδίων (ο Λ. Ζαβός εμφανίζεται τον Αύγουστο του 1830 και, λίγο μετά, ο Ντε Μποροτσύν), αν και στο βιογραφικό που είχε συντάξει στις 10/22-7-1829 (βρίσκεται στο καποδιστριακό αρχείο Κέρκυρας)[22] αναφέρει μόνο την προϋπηρεσία του.

Σχέδιο Πόλης του Άργους που συντάχθηκε το 1831 από τον Γάλλο αξιωματικό R. De Borronzun. Στον κύκλο οι Στρατώνες του Καποδίστρια και το, οικοδομημένο, κτίριο του Καλλέργη, με συμπληρωματικά οικοδομήματα.
«Εις το έγκλειστον έγγραφον θέλετε παρατηρήση την πρότασιν την οποίαν μας κάμει ο Αντισυνταγματάρχης κ. Καλλέργης. Παραχωρεί εις ιδιοκτησίαν της Κυβερνήσεως την οποίαν ωκοδόμησεν εις Άργος οικίαν, καθώς και τα εν αυτή πράγματα, εάν θέλωμεν να του δώσωμεν το αντίτιμον εις γαίας εις την Επαρχίαν του Άργους ως ιδιοκτησίας.
Γνωρίζοντες θετικώς ότι αν η Κυβέρνησις συγκατατεθή εις την αλλαγήν ταύτην ο κύριος Καλλέργης την παραχωρηθησομένην εις αυτόν γην θα καταστήση εις τας οικογενείας δυστυχών συμπολιτών του Κρητών, καταφυγόντων εις την Ελλάδα, επιθυμούμεν ν’ αποδεχθώμεν την πρότασίν του και να ζητήσωμεν περί τούτου την συγκατάθεσιν της Γερουσίας.
Σας προσκαλούμεν επομένως να εξετάσετε με την ακριβεστέραν προσοχήν τα έγγραφα τα οποία θέλει παρουσιάση ο κ. Καλλέργης, δια να αποδείξη τας οποίας έκαμε δαπάνας, και να εξακριβώσητε δι’ ειδημόνων επί τούτω διωρισμένων εάν η τιμή της οικοδομής και των εν αυτή πραγμάτων δεν είναι υπερβολική.
Τούτου γενομένου θέλετε διατάξη τον Τοποτηρητήν Άργους να σας προβάλη, επίσης, αφ’ ου γίνη ως ανωτέρω καταμέτρησις δι’ ειδημόνων, πόση πρέπει να δοθή εις τον κ. Καλλέργην εις πληρωμήν αντιτίμου των όσων εδαπάνησεν. Δεν είναι ανάγκη να του προσδιορισθή η γη την οποίαν ο ίδιος εσημείωσεν, αρκεί μόνον να ήναι εξ εκείνης όσην η Κυβέρνησις εμπορεί να την διαθέση κατά την Επαρχίαν του Άργους. Επομένως θέλετε μας προβάλη τον τρόπον καθ’ ον θέλει γίνη η εκτίμησις της περί ης ο λόγος γης».
Επισημαίνουμε και από το έγγραφο αυτό, δίχως να επιμείνουμε με λεπτομέρειες πρόσθετες, μία σημαντική πτυχή της οικονομικής πολιτικής του ίδιου του Καποδίστρια, που στηρίζεται στο διαχωρισμό μεταξύ προσωπικών συμπαθειών και δεσμών από τη διαφύλαξη των κρατικών και εθνικών συμφερόντων.
Δηλαδή, είναι μεν φίλος και άνθρωπος της καποδιστριακής Διοίκησης ο Καλλέργης, αλλά η πρότασή του για ανταλλαγή του σπιτιού με εθνικές γαίες γίνεται με σκοπό την αποκατάσταση Κρητών προσφύγων, ενώ δίδεται ρητή εντολή να μη ληφθεί υπόψη η προτίμηση του ίδιου του Καλλέργη για συγκεκριμένη γη, αλλά η διαθεσιμότητά της σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ίδιας της Κυβέρνησης. Πρόκειται για τακτική και πολιτική η οποία είναι τουλάχιστο πολύ αμφίβολο αν ακολουθήθηκε και ακολουθείται ώς τις μέρες μας…
Το έγγραφο αυτό ακολούθησε απάντηση της επί της Οικονομίας Επιτροπής (του τότε Υπουργείου των Οικονομικών), με ημερομηνία 8 Δεκεμβρίου προς τον Καποδίστρια,[23] από την οποία γίνεται γνωστό ότι διορίστηκε τριμελής επιτροπή ειδικών για την εκτίμηση της αξίας της οικοδομής, η οποία ανήλθε στο ποσό των 39.752 φοινίκων, συν 4.672,10 φ. για τα έπιπλα (σύνολο 44.424,10 φ.), ενώ κατά την εκτίμηση του ίδιου του Καλλέργη το συνολικό ποσό ήταν 61.029.5 φ. Η διαφορά οφειλόταν, κατά το έγγραφο, σε άλλους 7.774 φ. για μισθούς των «επιστατησάντων εις την οικοδομήν και άλλα τινά έξοδα», αλλά πάλι παρέμενε διαφορά περίπου 8.866 φ. αναιτιολόγητη, ενώ υπήρχε επίσης διαφορά εκτιμητών και Καλλέργη ως προς την αξία των επίπλων.
Σε έγγραφο του Καλλέργη προς τον Κυβερνήτη, με ημερομηνία 9 Δεκεμβρίου,[24] τα μέλη της τριμελούς επιτροπής χαρακτηρίζονται ότι δεν έχουν «όλως διόλου ιδέαν οικοδομής», ότι σε αυτή συμμετείχε ο «Μαστρονικόλαος» (Νικόλαος Μυτιληναίος), «τον οποίον έχοντας επάνω εις την οικοδομήν και όπως μετ’ ολίγας (ημέρας) τον απέβαλα, βεβαίως δεν ηθέλησε να ομολογήση την αλήθειαν».
Και προσθέτει: «Η Α.Ε. ας βάλη βάσιν επάνω εις την καθαρότητα του δοθέντος μου λογαριασμού και ας σταλώσιν οι ειδήμονες άνθρωποι να παρατηρήσουν την στερεάν ταύτην οικοδομήν, καθώς και την επιπλέον ξυλικήν, ως και ο Αρχιτέκτων Κύριος Ζαβός θα ομολόγησε. Εξοχώτατε! δεν με επαρακίνησαν μήτε κέρδη αλλά μήτε χρήματα να λάβω από ταύτην την πώλησιν, μόνον και μόνον να λάβω γην».
Από το έγγραφο αυτό, εκτός από την αμφισβήτηση του Καλλέργη και την αίτησή του για διορισμό νέας επιτροπής εκτίμησης, και όπως έχει διατυπωθεί, νομίζω ότι δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αρχιτέκτονας του κτιρίου ήταν ο διορισμένος στο Άργος ως αρχιτέκτονας του Δημοσίου Ιθακήσιος Λάμπρος Ζαβός, που άλλωστε αποδεδειγμένα είχε την επίβλεψη και για την οικοδομή άλλων κτιρίων, όπως του Σπ. Τρικούπη κ.ά., αλλά τοποθετήθηκε στο Άργος το καλοκαίρι του 1830.
Το αίτημα του Καλλέργη έγινε δεκτό αμέσως· την επομένη στέλνει άλλο έγγραφο, στον Σπηλιάδη,[25]και του γνωστοποιεί ότι, από την πλευρά του, ορίζει ως εκτιμητή τον «αρχιτέκτονα Νικόλαον» (Ιωάννου), «όστις ευρίσκεται εις Άργος εις υπηρεσίαν του εκεί σχολείου». Άλλο έγγραφο της επί της Οικονομίας Επιτροπής προς τον Καποδίστρια, με ημερομηνία 20 Δεκεμβρίου,[26] τον πληροφορεί ότι έγινε η νέα εκτίμηση (από τους Ν. Ιωάννου και Διον. Στελιανέση) και το συνολικό ποσό ορίστηκε σε 49.351,70 φοίνικες. Από αναλυτικούς υπολογισμούς που ακολουθούν πληροφορούμαστε την ύπαρξη, επιπλέον του κυρίως οικήματος, και «δύο οσπητακίων» όπως και ενός περιστυλίου, που φαίνονται στο διάγραμμα του 1847 το οποίο δημοσιεύουμε, ενώ δύο παράπλευρα οικήματα φαίνονται και στο σχέδιο πόλης του Ντε Μποροτσύν (1831).
Με έγγραφό του της 25 Δεκεμβρίου προς τη Γερουσία,[27] ο Καποδίστριας, αφού δώσει το ιστορικό της υπόθεσης, δηλώνει ότι δέχεται την τελευταία εκτίμηση, την οποία και υποβάλλει στην κρίση της με τις απόψεις του Καλλέργη και ζητεί τη γνώμη της. Και ο Κυβερνήτης προσθέτει:
«Φρονούμεν ότι παραχωρηθείσης εθνικής γης εις τον κ. Καλλέργην, όχι μόνον δεν προσβάλλεται κανέν εθνικόν συμφέρον, αλλά και προσγίνονται ωφέλειαι πολλαί εις την πατρίδα (…). Παρατηρούμεν ότι δεν είναι περί ουδέν ανωφελές εις εκείνην την πόλιν τοιούτον εθνικόν κατάστημα, και θέλει χρησιμεύση εις δημοσίας ανάγκας. Και ότι από την καλλιέργειαν της γης θα ωφεληθή το ταμείον και θα ζήσουν πολλοί δυστυχείς συμπολίται εργαζόμενοι».
Στο τέλος προσθέτει ότι παραχώρηση γης στον Καλλέργη δεν θα γίνει δίχως να προηγηθεί καταμέτρηση και εκτίμηση από «ειδήμονες». Με την ίδια ημερομηνία και με πλήρη υπογραφή του Καποδίστρια στέλνεται αντίγραφο του προηγουμένου εγγράφου προς τη Γραμματεία της Επικρατείας,[28] με συνοδευτικό έγγραφο που αναφέρεται και σε άλλες υποθέσεις.

Αεροφωτογραφία, από χαμηλό ύψος, του κέντρου του Άργους, περ. 1987. Στον κύκλο, το συγκρότημα του Μουσείου, όπου και το κτίριο του «Καλλέργειου». Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Για να δώσουμε μια τάξη μεγέθους, και λαμβάνοντας υπόψη τη διαφορά μεταξύ φοινίκων και γροσίων, αναφέρουμε ότι τα έσοδα ενός έτους του Τελωνείου Ναυπλίου ανέρχονταν σε 50.000 γρόσια[29] – έτσι μπορεί να υπολογιστεί περίπου το ποσό κατασκευής των οικημάτων του Καλλέργη και το ποσό «κλεισίματος» της υπόθεσης για παραχώρησή τους στο Κράτος. «Έκλεισε», όμως, η υπόθεση;
Όπως θα δούμε, το κυρίως οίκημα και η υπόλοιπη ιδιοκτησία πέρασαν στο Δημόσιο, όμως από έγγραφο του Καλλέργη προς τον Καποδίστρια, με ημερομηνία 7 Ιουνίου 1831, γίνεται σαφές ότι ακόμα δεν του είχε δοθεί γη «δια το εις Άργος οσπήτιόν» του. Και ζητά να του δοθεί γη σε βαλτώδη και ακαλλιέργητη περιοχή, για την οποία και κόπο και χρήματα θα διαθέσει, αλλά και αυλάκια θ’ ανοίξει, ώστε από «άχρηστον να την καταστήσει εύχρηστον» (δεν κάνει, πλέον, μνεία για αποκατάσταση Κρητών).[30]
Το έγγραφο αυτό στέλνεται 40 περίπου μέρες πριν ο Καλλέργης αγοράσει «εθνικό τόπο» στην Πρόνοια του Ναυπλίου, και όπου από συγκεκριμένα στοιχεία του 1833 εμφανίζεται να έχει κτίσει άλλο σπίτι,[31] αλλά και τρεισήμισι μήνες πριν από τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Πάντως, είναι και το τελευταίο που εντοπίσαμε για την υπόθεση αυτή, ενώ από το σύνολο των διαθέσιμων μέχρι σήμερα υπόλοιπων στοιχείων δεν φαίνεται να ήταν ο Καλλέργης ιδιοκτήτης άλλης γης στην Αργολίδα, και μάλιστα στην περιοχή Άργους.
Την ίδια χρονική στιγμή, το κυρίως κτίριο του Άργους αποκαλείται επίσημα «Δημόσιον Παλάτιον» και «Παλάτιον της Κυβερνήσεως», ενώ εμφανίζεται ο γιος του Χασάν Εφέντη, που από το 1825 είχε βαπτιστεί χριστιανός και πήρε το όνομα Δημήτριος Αργείος, δίδει καταγραφή της πατρικής περιουσίας, συντάσσεται σχετικός κατάλογος από την Τοποτήρηση Άργους, ο πατέρας του αποδεικνύεται από τους επιφανείς Τούρκους προκρίτους της πόλης και, για το θέμα που μας ενδιαφέρει, εμφανίζονται ως πατρική περιουσία του 25 στρέμματα στο κέντρο της πόλης «όπου έγινε το παλάτι, το αλληλοδιδακτικόν κατάστημα και η περιφέρεια (τους)». Ως αποζημίωση η Τοποτήρηση προτείνει να του καταβάλλονται 600 φοίνικες ετησίως.[32]
Στις 26 Οκτωβρίου 1831 η επί της Οικονομίας Επιτροπή γνωστοποιεί την άφιξη φορτίου υλικών για διάφορα έργα και επισκευές, μεταξύ των οποίων και «εις επιδιόρθωσιν του εις το εκεί (Άργος) δημόσιον Παλάτιον ιπποστασίου».[33] Για το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου εντοπίσαμε και σειρά αποδείξεων του Λ. Ζαβού για το έργο αυτό, όπως και για την επιδιόρθωση της στέγης του «Παλατίου της Κυβερνήσεως».[34]
Σημειώνω ότι έχω εντοπίσει στον τοπικό τύπο μία και μοναδική αναφορά για τη χρήση αυτή του κτιρίου, εντελώς αόριστα όμως («Ο Καποδίστριας εδώ έκτισε το ανάκτορόν του» – εννοεί στο Άργος).[35] Αλλά και ο Καλλέργης, σε αναφορά εξόδων του προς τη «Γραμματεία των Πολεμικών», γραμμένη στο Άργος στις 7-12-1831, ζητά να του χορηγούνται κατά μήνα, εκτός των άλλων και εκτός από το μισθό του, 100 φοίνικες για «αποζημίωσιν ενοικίου», πράγμα που σημαίνει ότι είχε νοικιάσει κάποιο σπίτι στην πόλη.[36]
Σε λίγες μέρες αρχίζει τις εργασίες της η πολυτάραχη Ε’ Εθνοσυνέλευση (Δεκ. 1831 – Μάρτ. 1832), ενώ ο Αυγουστίνος παραιτείται, τελικά, και μαζί με το λείψανο του Κυβερνήτη φεύγει από το Ναύπλιο στις 30 Μαρτίου 1832. Ακριβώς κατά την περίοδο αυτή γίνεται συνεννόηση μεταξύ Καλλέργη και Αυγουστίνου, ώστε να επιστραφεί στον πρώτο το οίκημα του Άργους. Η συνεννόηση αυτή έχει γίνει προφανώς στις αρχές του 1832 και πριν ο Καλλέργης φύγει σε αποστολή στη βόρεια Πελοπόννησο και στη Δυτική Στερεά. Και πρέπει να έχει γίνει προφορικά. Αυτήν προϋποθέτουν δύο επιστολές του Αυγουστίνου προς τον Καλλέργη, γραμμένες γαλλικά (βρίσκονται στο αρχείο Καλλέργη), και μία επιστολή του Καλλέργη προς τον Αυγουστίνο, στα ελληνικά (βρίσκεται στο αρχείο Κέρκυρας).
Στην πρώτη επιστολή (από Ναύπλιο, 18-2-1832, προς Καλλέργη στο Αίγιο, σελ. 3) ο Αυγουστίνος κλείνοντάς την πληροφορεί ότι «Η υπόθεση του σπιτιού τακτοποιήθηκε με τον Κουκούλη και έμεινε ευχαριστημένος, ελπίζω το ίδιο να μείνεις κι εσύ», ενώ την αρχίζει με την προσφώνηση «Πολύ αγαπητέ μου Δημήτρη». Στην επιστολή του, γραμμένη στη «Βοστίτζα» (Αίγιο) στις 19-2-1832, ο Καλλέργης ενημερώνει τον Αυγουστίνο για την αποστολή του, προσφωνώντας τον «Εξοχώτατε», και γράφει την εξής προσθήκη στην αναφορά του: «Παρακαλώ την εξοχότητά σας να διατάξη το τέλος της υποθέσεως της οικίας με τον άνθρωπόν μου». Στην τρίτη επιστολή, γραμμένη στο Ναύπλιο στις 20 Φεβρουαρίου και με την προσφώνηση «Αγαπητέ μου Δημήτρη», ο Αυγουστίνος γίνεται κατά πολύ σαφέστερος και γράφει ως προς την υπόθεση:
«Όσο για το αίτημα που μου απευθύνατε για το σπίτι του Άργους, οι κ.κ. (της Επιτροπής) της Οικονομίας νομίζουν ότι δεν είναι χρήσιμο να παρουσιαστεί στην Εθνοσυνέλευση, γιατί δεν θα κατάφερναν παρά ατέρμονες συζητήσεις – μου πρότειναν να κρατήσω το σπίτι για λογαριασμό μου και το πληρώνετε με ομολογίες της Οικονομίας, που θα σας χρησιμεύσουν για ν αγοράσετε τους κήπους και τους μύλους. Νομίζω ότι ο διακανονισμός αυτός μπορεί να μας κάνει αμοιβαία, αλλά για να εφαρμοστεί δίχως αργοπορία θα πρέπει να στείλετε εδώ κάποιον πληρεξούσιό σας και με ειδική εντολή να συντάξει τα έγγραφα που απαιτούνται. Θα σας έλεγα να έρθετε ο ίδιος να φροντίσετε τα συμφέροντά σας, όμως σκέπτομαι ότι η παρουσία σας είναι τώρα χρήσιμη εκεί και συνεπώς επιθυμώ να μείνετε, δεχόμενος την πρότασή μου».[37]

Σοφία Καλλέργη. Δημοσιεύεται σε άρθρο του Βασίλη Δωροβίνη, στο περιοδικό «Αρχαιολογία & Τέχνες», τεύχος 36, Σεπτέμβριος 1990.
Δεν γνωρίζουμε ποιος διακανονισμός έγινε τελικά, γεγονός όμως είναι ότι κατά τα γεγονότα της 4-1-1833, σε πλήρη περίοδο εμφυλίων συγκρούσεων και ενώ ο Καλλέργης βρίσκεται μακριά από το Άργος, η Σοφία Καλλέργη βρίσκεται να έχει εγκατασταθεί κανονικά στο σπίτι του Άργους,[38] ενώ ξένος περιηγητής που περνά από το Άργος το 1832, ο Γάλλος Lucien Davesiès de Pontès, στις αναμνήσεις του που δημοσιεύει μετά ένα χρόνο γράφει: «δεν θα ξεχάσω ν’ αναφέρω τους κ.κ. Καλλέργη, που προ ολίγου καιρού πρόσθεσαν στο Άργος ένα σπίτι, αξιόλογο για την κομψότητά του».[39]
Στις συγκρούσεις που αλληλοδιαδέχονται η μία την άλλη στο Άργος, μέσα στο 1832, γίνεται και εισβολή στρατιωτών του Θ. Γρίβα στο σπίτι του Καλλέργη και σχετική είναι αναφορά της Σοφίας Καλλέργη προς τη Διοικητική Επιτροπή, που προκαλεί σειρά ανακρίσεων και τη συγκρότηση σχετικού φακέλου[40] – η αναφορά συντάσσεται στις 2 Ιουλίου, στο Ναύπλιο.
Έκτοτε, και παρά την κατασκευή άλλου σπιτιού στο Ναύπλιο,[41] η οικογένεια του Δημ. Καλλέργη φαίνεται σαν ο αδιαφιλονίκητος κύριος του σπιτιού. Μαρτυρίες γι’ αυτήν έχει συλλέξει ο Michel Sèνe, στη γνωστή διατριβή του,[42] και από εκεί μεταφέρουμε τις εντυπώσεις του Tietz (1834, «κομψό σπίτι, από τα πιο ευχάριστα και γερά της Ελλάδας ο βασιλιάς Όθων συνηθίζει να πηγαίνει εκεί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες»), του Mayer (1838, «Το σπίτι του στρατηγού Καλλέργη συγκαταλέγεται στα σημαντικά κτίρια της πόλης. Η Α.Μ. ο βασιλιάς Όθων το χρησιμοποίησε το 1833, για τρεις μήνες, ως καλοκαιρινή κατοικία»), του επίσης Γερμανού Ow (1837-38, «Ο συνταγματάρχης Καλλέργης έχει ένα όμορφο κτίριο, με ευρωπαϊκές ανέσεις. Είναι ο μόνος που έχει άμαξα»), του W. Knight (στο «Oriental Outlines», Λονδίνο 1839, «με πρόσωπο προς την είσοδο των στρατώνων, η κομψή κατοικία του συνταγματάρχη Δημήτρη Καλλέργη είναι στα αριστερά. Αυτός ο τζέντλεμαν φημίζεται για τις αρετές και τη φιλοξενία του»), του Du Moncel («Excursion par Terre a Athenes et a Nauplie», Παρίσι 1845, «Ο οδηγός μου δεν παρέλειψε να μου δείξει, περνώντας, το σπίτι του Καλλέργη, όπως άλλοτε έδειχνε στην Αθήνα το σπίτι του Λόρδου Μπάυρον. Τί τον ενδιέφερε ο Λόρδος Μπάυρον ή ο Καλλέργης; Ο δεύτερος δεν ήταν το είδωλο της στιγμής, κι ό,τι αναφερόταν σ’ αυτόν δεν έπρεπε, στα μάτια του, να αιχμαλωτίσει τόσο ενδιαφέρον;») καθώς και μιαν αναφορά στο βιβλίο του Alex Beltrand (1858).

Εμμανουήλ Καλλέργης μαθητής στην στρατιωτική σχολή Saint-Cyr. Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Προς το τέλος του αιώνα τα πράγματα αλλάζουν ήδη. Είναι ενδεικτικές κάποιες σποραδικές μαρτυρίες γραπτών πηγών, όπως μικρή αγγελία σε εφημερίδα του Άργους της 6-12-1883[43] του Εμμ. Καλλέργη, σύμφωνα με την οποία εκπλειστηριάζει τον μισό περίβολο ή κήπο, ανατολικά και παράλληλα προς το σπίτι, ενώ πουλάει την έκταση αυτή σε τυχόν ενδιαφερόμενους, και με τον πήχυ. Στο μπαλκόνι του προς τους Στρατώνες του Καποδίστρια, ο Μανωλάκης Καλλέργης εμφανίζεται παίζοντας κιθάρα, μέσα σε σουρεαλιστικό, θα λέγαμε σήμερα, διάκοσμο, κατά τα εγκαίνια της Α’ Πανελλήνιας Γεωργοκτηνοτροφικής Έκθεσης στο Άργος, το 1899, από τον βασιλιά Γεώργιο Α’, ενώ το 1901, σε άλλο τοπικό φύλλο,[44] βρίσκουμε σχόλιο για την τρομερή δυσωδία από το οικόπεδο της οικίας Καλλέργη, που απειλεί τη δημόσια υγεία, ενός τόπου «υπό τας όψεις ολοκλήρου του Άργους ευρισκομένου».
Τον Μάιο του 1909 πεθαίνει και ο Εμμ. Καλλέργης, στο σπίτι που από τον αθηναϊκό Τύπο χαρακτηρίζεται, πλέον, ως «διώροφον και ημιερειπωμένον». Το οίκημα το συναντούν άλλοι σε απίθανο χάλι, ετοιμόρροπο,[45] μετά δεκαεπτά χρόνια. Και από τότε αρχίζει η «σύγχρονη» ιστορία του.
Το «Καλλέργειο» ως τις μέρες μας [1989]
Ήδη πριν από αυτές τις θλιβερές διαπιστώσεις του 1926, στο ερειπωμένο κτίριο εγκαθίστανται προσωρινά, και για πρώτη φορά, πρόσφυγες – από τη Μ. Ασία-, ενώ το έτος εκείνο δημοσιεύεται στον τοπικό Τύπο και το πρώτο σχόλιο – καταγγελία για το ότι «ρέκτης επιχειρηματίας» χρησιμοποιεί τη δυτική πλευρά του κτιρίου για την ανάρτηση τεράστιου διαφημιστικού πλαισίου.[46] Γεγονός αληθινό κι εξίσου εκπληκτικό, παρόμοιες ενέργειες έκαναν, τότε, την κοινή γνώμη να αντιδρά άμεσα και έντονα.

Η δυτική πλευρά της ερειπωμένης οικίας Καλλέργη, η οποία είχε καταστεί τοίχος διαφημίσεων, 1934. Δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «Αργειακή Γη», τεύχος 5ο, Άργος, 2012.
Την ίδια εποχή καταρρέουν και οι τοίχοι του περιβόλου του σπιτιού,[47] βρίσκουμε νέες διαμαρτυρίες στον Τύπο – τοπικό και αθηναϊκό[48] – για την κατάστασή του, ετοιμάζεται και πραγματοποιείται ρυμοτόμηση μέρους του κήπου[49] – σήμερα ο εκεί δρόμος ετοιμάζεται για πεζοδρόμηση [1989] -, ενώ στο τέλος του 1927, σε άρθρο για τις συνθήκες υγείας της πόλης, τοπικό φύλλο γράφει επιγραμματικά:
«Το Καλλέργειον έχει μεταβληθεί σε αποχωρητήρια Άργους και περιχώρων»[50] μετά μισόν αιώνα η «ιστορία» επαναλήφθηκε στο χώρο των Στρατώνων του Καποδίστρια… Στον ίδιο τοπικό Τύπο κατά τα άλλα καταχωρείται διαμαρτυρία κατά του συντάκτη του λήμματος «Άργος», στην εγκυκλοπαίδεια «Πυρσού», κακίζοντάςτον, ανάμεσα σε άλλα, γιατί δεν ανέφερε λεπτομέρειες για τον ένδοξο κτήτορα του οικήματος.[51]
Στην όλη κακοδαιμονία αναφαίνονται και οι πρώτες προτάσεις. Όπως το ότι οι κληρονόμοι Καλλέργη πρέπει ή να το επισκευάσουν ή να το πουλήσουν, και στη θέση του να ανεγερθεί το «Καλλέργειον Γυμνάσιον».[52] Ο Αρίστος Καμπάνης, σε ανταπόκρισή του από περιοδεία, αναφέρει ότι ο κ. Δήμαρχος σκέπτεται ν’ απαλλοτριώσει το οίκημα και να κτίσει εκεί θέατρο.[53]
Φθάνουμε στα 1931. Υπό τον τίτλο «Αίσχος», τοπικό φύλλο αναφέρει ότι στο οικόπεδο Καλλέργη έχουν σχηματιστεί λίμνες από τα νερά των βροχών και τα ούρα των πολιτών και ότι σ’ αυτές καλλιεργείται «ο κώνωψ της ελονοσίας».[54] Σε φωτογραφία του 1930, που δημοσιεύουμε, παρουσιάζεται πανοραμικά η κατάσταση στο χώρο. Καταφθάνει για πρώτη φορά ο κ. υφυπουργός (του Πολιτικού Γραφείου, ο κ. Παπαδάτος), και τον Αύγουστο του 1931, που έχουν ξεραθεί οι λίμνες και τα ούρα, υπόσχεται ότι θα φροντίσει για τη δεντροφύτευση του Καλλεργείου και για την παροχή 2.000 δρχ. «δια την ανέγερσιν εν αυτώ θεάτρου».[55]

Φωτογραφία του «Καλλέργειου» σε βιβλίο περιήγησης του σωματείου Gu. Bude στην Ελλάδα (Παρίσι 1930). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Οκτώβριος του 1931 και η κυρία Ιω. Καλλέργη και ο υιός της Λέων ανακοινώνουν στο Δήμαρχο ότι δωρίζουν το κτίριο, για να στεγάσει Μουσείο και Θέατρο. Πανηγυρίζει ο τοπικός Τύπος.[56] Αλλά σε λίγο ανακοινώνεται ότι λόγω οικονομικής κρίσεως ανακαλείται η προσφορά του Κράτους, οπότε ο Δήμος σκέπτεται να συνάψει δάνειο.[57] Και φτάνουμε στο μήνα Απρίλιο του 1932, οπότε οι κληρονόμοι Καλλέργη δωρίζουν στο Δήμο το οίκημα και τον άμεσο περίβολό του, ενώ του πωλούν την υπόλοιπη έκταση που απέμενε από την αρχική ιδιοκτησία.[58]
Ο Δήμος σκέπτεται να συνάψει δάνειο για τη δημιουργία Θεάτρου και Μουσείου στο χώρο… και όλα ακινητοποιούνται έως το 1939. Νέοι πρόσφυγες στο Άργος, αυτή τη φορά Πόντιοι από τη Σοβ. Ένωση, οι αποκληθέντες «Ρώσοι». Παγκόσμιος πόλεμος, Εμφύλιος, οι «Ρώσοι» μεταστεγάζονται στο «Συνοικισμό», δίπλα στις αρχαιότητες του αρχαίου θεάτρου, στην αρχή σε κατασκευές από «τολ», μετά κτίζουν, σε οικόπεδα που παραχωρούνται πάνω στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο και τα οποία, μετά τριάντα χρόνια (από τα μέσα της δεκαετίας του 1950), αποτελούν αντικείμενο απαλλοτριώσεων.

Οικία στρατηγού Δημήτρη Καλλέργη (Δεκαετία 1950;). Αρχείο Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών. Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Από τότε (1956-57), είκοσι πέντε χρόνια μετά τη δωρεά του κτιρίου, το Κράτος αποφασίζει να ιδρύσει στο χώρο Μουσείο του Άργους. Συναφώς το Δημοτικό Συμβούλιο αποφασίζει να συγκατανεύσει (αφού Μουσείο μόνο του δεν μπορεί να κατασκευάσει, ενώ για Θέατρο δεν γίνεται καν λόγος, πλέον), στις 25-10-1955 συναινεί στην παραχώρηση του οικήματος και του γύρω οικοπέδου για το σκοπό αυτό, και μετά πέντε χρόνια, το Μάιο του 1960, εγκρίνει τους λεπτομερείς όρους για την παραχώρηση.[59]

Το εσωτερικό του πρώτου ορόφου του «Καλλέργειου», την ίδια εποχή, από το ίδιο αρχείο. Διακρίνεται τμήμα του διαζώματος των τοιχογραφιών. Αρχείο Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών. Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Την ίδρυση του Μουσείου αναλαμβάνει η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, με έξοδα του γαλλικού Κράτους και με αρχιτέκτονα τον ρωσικής καταγωγής Φομίν, ο οποίος δημιουργεί τη νέα πτέρυγα του Μουσείου κατεδαφίζοντας τμήμα της νοτιοανατολικής πλευράς του «Καλλέργειου» και «εντάσσοντάς» την στο κενό που δημιούργησε. Παραθέσαμε στην αρχή του άρθρου στοιχεία για επεμβάσεις στο εσωτερικό του κτιρίου, που συμπληρώνουν την όλη «φιλοσοφία» της επέμβασής του.

Σχέδιο του Φομίν. Ανατολική πλευρά του Καλλέργειου, και τελική πρόταση διαμόρφωσης της ανατολικής πλευράς (Αρχείο Γ. Αρχ. Σχολής). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.

Συνολικό σχέδιο του Φομίν για το Μουσείο Άργους. Τελικά, περιορίστηκαν «δραστικά» οι ελεύθεροι χώροι του. Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Το «Καλλέργειο» – Μουσείο εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 1957 και η «ένθετη» νέα πτέρυγα τον Ιούνιο του 1961. Ο περιβάλλων χώρος ακολουθεί το όλο ανασούμπαλο «πρότυπο» των σύγχρονων ελληνικών πόλεων. Αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι, σε επαφή με την απομένουσα νότια πλευρά του Καλλέργειου, ο Δήμος Άργους εξακολουθεί να νοικιάζει μικρό χώρο, άλλοτε τμήμα της ευρύτερης έκτασης της ιδιοκτησίας Καλλέργη, σε σιδηρουργείο. Για μερικές εκατοντάδες δραχμές… Σκέψεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για δέσμευση των εναπομεινάντων γειτονικών χώρων του οικοδομικού τετραγώνου, για λόγους ασφαλείας και για «αναπνοή» του μουσειακού χώρου, έμειναν στα χαρτιά. Είναι αλήθεια ότι, με τη λεγόμενη «Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης» (και) του Άργους, νέα σχέδια αναδύονται για νέο μεγαλοπρεπές Μουσείο στην ευρύτερη περιοχή του αρχαίου Θεάτρου, αυτήν μερικά δεσμευμένη για την ώρα. Το 2030 μας αναμένει!…

Φωτογραφική άποψη του συνόλου του συγκροτήματος του Μουσείου Άργους (Δεκ. 1989. πριν κοπούν οι νεραντζιές στο πεζοδρόμιο για να δημιουργηθεί πεζόδρομος…). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.

Το «Καλλέργειο» από βορειοδυτικά (Δεκ. 1989). Δημοσιεύεται στο Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.

Η δυτική πλευρά της ιστορικής οικίας του στρατηγού Δημητρίου Καλλέργη. Η Οικία Καλλέργη, κτισμένη το 1830, μετασκευάστηκε κατάλληλα για να μετατραπεί σε μουσειακό χώρο κατά το διάστημα 1956-1957, ενώ η προσθήκη του σύγχρονου κτηρίου – Αρχαιολογικό Μουσείο Άργους-, που κτίστηκε με έξοδα της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής, εγκαινιάστηκε το 1961. Τα σχέδια ήταν του Ρώσου αρχιτέκτονα Youri Fomine. Το 2014 το μουσείο διέκοψε τη λειτουργία του για να εκσυγχρονιστούν οι απαρχαιωμένες κτηριακές του υποδομές και να πραγματοποιηθεί επανέκθεση των συλλογών του, σύμφωνα με τις επιταγές της σύγχρονης μουσειακής θεωρίας και πρακτικής. Μετά από 11 χρόνια ο εκσυγχρονισμός του κτηριακού συγκροτήματος βρίσκεται, ακόμη, σε εξέλιξη. Φωτογραφία: Τάσος Τσάγκος, λήψη, 20 Νοεμβρίου 2022.
Τεχνικές παρατηρήσεις
Στη συζήτηση που έγινε στο ΕΜΠ (βλ. σημειώσεις) τέθηκε το ζήτημα της αρχικής εξωτερικής μορφής του κτιρίου. Από τα αποσπάσματα των σχεδίων της πόλης του Άργους φαίνεται ότι ανατολικά υπήρχε μεγάλος ξύλινος εξώστης, μεταξύ ισογείου και πρώτου ορόφου, ο οποίος εκτεινόταν σε όλο το μήκος της πλευράς του κτιρίου και στηριζόταν σε υποστυλώματα.

Η οικία Καλλέργη, 1835. Σχέδιο του Γερμανού σχεδιαστή και λιθογράφου Wilhelm August Ferdinand Stademann (Φερδινάνδος Στάντεμαν, 1791-1873). Το σχέδιο του Στάντεμαν παρουσιάζει με έξοχα ανάγλυφο τρόπο το κτίριο Καλλέργη με το προς ανατολάς προστύλιό του και το επάνω σε αυτό μπαλκόνι, το μικρό κτίριο επί του κέντρου της στέγης, τα παράσπιτα και τη μάνδρα της όλης ιδιοκτησίας. Πίσω διακρίνεται η ανατολική πτέρυγα των Στρατώνων Καποδίστρια και τμήμα της περίτεχνης Βόρειας πτέρυγας των Στρατώνων, η οποία αντικατέστησε την αρχική που καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1833. Δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «Αργειακή Γη», τεύχος 5ο, Άργος, 2012.
Προς την πλευρά αυτή και μέσα στον κήπο φαίνεται να υπήρχε στοά, που δεν αποκλείεται να περιβαλλόταν με αναρριχητικά φυτά (πέργολες κ.ά.). Στις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε φαίνονται, άλλωστε, οι υποδοχές των οριζόντιων δοκών του δαπέδου του εξώστη. Το γεγονός αυτό ώθησε, αναμφίβολα, τον Φομίν να σχεδιάσει την αναπαράσταση (;) ή πρόταση αναστήλωσης (;) του εξώστη, που επίσης δημοσιεύουμε.
Υποσημειώσεις
*Το υλικό του άρθρου αποτέλεσε βάση για μάθημα που έδωσε ο συγγραφέας στον Τομέα Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού του Ε.Μ. Πολυτεχνείου (18-1-1990) και στον κύκλο των «Μαθημάτων εμβαθύνσεως ιστορίας της αρχιτεκτονικής» (Σπουδαστήριο Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής, καθηγητής Χαρ. Μπούρας). Θα ήθελα και από εδώ να ευχαριστήσω την κ. Έφη Κουντουριώτη για την παραχώρηση φωτογραφιών των προσωπογραφιών της Σοφίας και του Εμμ. Καλλέργη.
[1] Απόφαση ΥΑ 33824 1267 19-3-1957, στο ΦΕΚ 101 της 4-4-1957. Νέος χαρακτηρισμός δημοσιεύεται τον Οκτώβριο του 1983.
[2] Αναφέρομαι σε άρθρα που δημοσιεύθηκαν στην «Καθημερινή» της 4.7-1959 (με την υπογραφή «Αρχαιόφιλος») και στο «Βήμα» της 25-6-1961, υπογραμμένο από τη Βάνα Χατζημιχάλη και διακρινόμενο για την, κατά τα άλλα, πληρότητά του.
[3] Σέμνη Καρούζου, «Ναύπλιο», έκδ. Εμπορ. Τράπεζας της Ελλάδας, 1979.
[4] Στο περιοδικό «Παρνασσός», 1891.
[5] Για το σπίτι του Σπ. Τρικούπη, που με τον περιβάλλοντα χώρο αγοράστηκε πρόσφατα από την Αγροτική Τράπεζα, βλ. σχετικά άρθρα μου στη μελέτη μου για την παραδοσιακή αρχιτεκτονική στο Άργος («Αρχ. Ανάλεκτα εξ Αθηνών», 1979-80) και στο βιβλίο μου «Κατά της διάλυσης» (Αθήνα, Βιβλ. Της «Εστίας», 1989).
[6] Χφ. στη βιβλιοθήκη «Παλαμήδης» του Ναυπλίου, σελ. 417. Ο Λ. το ολοκλήρωσε λίγο πριν από το θάνατό του, το 1915, αλλά δεν αναφέρεται στη μελέτη του Βαρδουνιώτη.
[7] Στο «Αργολικόν Ημερολόγιον», 1910.
[8] Στο τρίτο άρθρο του για τον Εμμ. Καλλέργη, εφημ. «Χρονικά του Άργους», 17-7-1932.
[9] Περιοδικό «Ηραία», τχ. 3, Φεβρ. – Μάρτ 1938.
[10] «Η οικία Καλλέργη», εφημ. «Ασπίς του Άργους», 15, 22 και 29-10-1939.
[11] «Η οικία Καλλέργη», εφημ. «Ασπίς», 20-8-1950.
[12] «Συμβολαί εις την ιστορίαν της Εκκλησίας της Αργολίδος», τχ. Β. 1953.
[13] «Η οικία Καλλέργη – συμπληρωματικόν σημείωμα», εφημ. «Ασπίς», 14-2-1954.
[14] «Το Άργος δια μέσου των αιώνων», Α’ έκδ. 1948. σελ. 171, Β’ έκδ. 1968. σελ. 275.
[15] 1.100 οκάδες ασβέστη παραδόθηκαν στον Δ. Καλλέργη (καταστάσεις στα γαλλικά με ημερομηνία 30-6-1828 (ΓΑΚ. Γεν. Φροντ., φ. 11).
[16] Τόμος Α’ 1894. σελ. 268-269. Αναδημοσιεύεται στην «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά» του 1964, ενώ στις πληροφορίες του αναφέρεται και η Α. Μπουτζουβή – Μπανιά στο «Ναύπλιο, 1828-1833- («Ερανιστής», 1986, σελ. 113).
[17] Έγγραφο της επί της Οικονομίας Επιτροπής αρ. 122527-2-1830 προς τον Καποδίστρια (ΓΑΚ, Γεν. Γρ., φ. 232).
[18] Έγγρ. αρ. 682 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 2316).
[19] Συνημμένη σε αναφορά του Διοικητή Ν. Γερακάρη, ΓΑΚ, Γεν. Γρ., φ. 242.
[20] ΓΑΚ, Γεν. Γρ., φ. 250 -βλ. και τη μελέτη μου «Capodistrias et la Planihication d’ Argos», στο «Bulletin de Correspondance HeleniqueSuppl. VI – Etudes Argiennes», 1980.
[21] Έγγρ. αρ. 441 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 250).
[22] Έγγρ, αρ. 2669 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 255).
[23] Έγγρ. αρ. 7624 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 257).
[24] ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 257.
[25] ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 257.
[26] Έγγρ. αρ. 3102 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 258).
[27] Έγγρ. αρ. 2892 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 258).
[28] ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 258.
[29] Βλ. Χφ. Β’, έκδ. «Ναυπλίας» Λαμπρυνίδη, σελ. 293.
[30] ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 268.
[31] Η πληροφορία για την αγορά οικοπέδου στην Πρόνοια σε έγγρ. της επί της Οικονομίας Επιτροπής προς τον Καποδίστρια, με ημερομηνία 16-F-1831 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 276. α). Για το ότι έκτισε εκεί σπίτι βλ. ρητή αναφορά σε έγγρ. αρ. 3918, 3658 της 20-81833 της επί των Οικονομικών Γραμματείας της Επικρατείας προς το Νομάρχη Αργολίδας και Κορινθίας (ΓΑΚ, Οικον., φ. 334), όπως και κατάλογο κατειλημμένων για τους αξιωματικούς της ακολουθίας του Όθωνα οικημάτων, όπου για το σπίτι του Καλλέργη σημειώνεται η περίοδος 1/13-1-33 μέχρι 1/13-10-33 (ΓΑΚ, Οθωνικό. Υπ. Εσωτ., φ. 208). Μνεία του σπιτιού στο Ναύπλιο βλ. και σε αναφορά του Αλμέιντα προς την «Κυβερνητική Επιτροπή» (sic), της 13-6-1832 (ΓΑΚ Γεν. Γρ., φ. 2918), όπως και στον Ραγκαβή όπ. παρ., σελ. 349 (σχετ. στο σημείωμα «Η πρώτη εν Ελλάδι μονομαχία», στο «Εθν. Ημερολόγιον» του Σκόκου, 1915. σελ. 266, όπως και στο άρθρο του Δ. Γατόπουλου «Αι μονομαχίαι εν Ελλάδι», στην «Καθημερινή» της 4 και 5-9-1938).
[32] Έγγρ. αρ. 2676 της 20-6-1831 (ΓΑΚ, Γεν. Γρ., φ. 269). Συνημμ. κατάλογος και μαρτυρικές καταθέσεις.
[33] Έγγρ. αρ. 15849 (ΓΑΚ. Γεν. Γρ., φ. 278γ).
[34] ΓΑΚ. Γρ. Στρατ., φ. 123.
[35] Εφημ. «Δαναός», αρ. 66, 1-7-1898, σελ. 2.
[36] Έγγρ αρ. 954 (οίκ. 63 Α), ΓΑΚ. Γρ. Στρατ., φ. 125.
[37] Επιστολές Αυγουστίνου 18-2-1832 και 20-2-1832. Μουσείο Μπενάκη, αρχείο Δημ. Καλλέργη, φ. Ι. Επιστολή Δημ. Καλλέργη 19-2-1832. Κέρκυρα, αρχείο Ι. Καποδίστρια Α’, φ. 25.
[38] Ο Lacour (βλ Μ. Sève, παρακάτω), που ασχολείται στο βιβλίο του και με τις σφαγές του Άργους, χαρακτηρίζει το σπίτι ως το μόνο κατοικήσιμο του Άργους και το μόνο που ταίριαζε ως κατάλυμα για τον αρχηγό του γαλλικού αγήματος. Η εφημερίδα «Αθηνά» της 15-1-1833 (σελ. 304), αναφερόμενη στα γεγονότα, χαρακτηρίζει το σπίτι ως «την λεγομένην οικίαν Καλλέργη». Στις «Ιστορικές αναμνήσεις» του ο Νικ. Δραγούμης, αναφερόμενος στα γεγονότα, παραθέτει ότι ο Γάλλος αρχηγός του αγήματος Στοφέλ παράγγειλε να εκκενωθεί το σπίτι, «ήτις (οικία) ανήκεν εις τον Κυβερνήτην» (έκδ. 1874, σελ. 177, νέα έκδ. «Ερμή», 1973, σελ. 212 – αναφ. και από τον Π. Καρολίδη στη «Σύγχρονον Ιστορίαν των Ελλήνων κλπ.», τόμ. Α’, 1922, σελ. 318).
[39] Φέρουν χρονολογική ένδειξη «Ναυαρίνο, 1832» και δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «L’ Artiste» το 1833 (ο Μ. Sève εσφαλμένα αναφέρει 1832, βλ. παρακάτω, σημ. 42).
[40] ΓΑΚ, Γεν. Γρ., φ. 293 α. Ο φάκελος που συγκροτείται βρίσκεται στα ΓΑΚ. Γρ. Στρατ., φ. 161.
[41] Βλ. παραπάνω, σημ. 31.
[42] Michel Sève. «Temoignages de voyageurs et d’ artistes sur la ville et les antiquites d Argos -XVI-ΧΙΧ siecles-, τόμ. Ι, κείμενο (διατριβή 3ου Κύκλου στο Πανεπιστήμιο 10 του Παρισιού, Ναντέρ), οι αναφορές στις σελ. 198 κ. επ.
[43] Εφημ. «Δαναός», φ. 21, 6-12-1883. σελ. 2.
[44] Εφημ. «Μυκήναι», φ. 21, 19-8-1901, σελ. 4.
[45] Απόκομμα μη αναφερόμενης αθηναϊκής εφημερίδας, της 7-5-1909, στο αρχείο Καλλέργη, φ.10. Άλλο απόκομμα, χωρίς άλλες ενδείξεις, μόνο του έτους (1926), στον ίδιο φάκ.
[46] Βλ. σχόλιο της «Αγροτικής Αργολίδος», φ. 17, 12-12-1926. σελ. 3.
[47] Βλ. σχόλια στην εφημ. «Παναργειακή», φ. 44 της 1-1-1927, και φ. 50 της 27-3-27.
[48] Βλ. προηγούμενα σχόλια και άρθρο του Μίν. Ανδρουλιδάκη στο αθηναϊκό «Εμπρός» της 13-5-1927, με τον τίτλο «Άργος το ιππόβοτον».
[49] Πληροφορίες για τη μέλλουσα ρυμοτόμηση στην «Παναργειακή», φ. 54 της 22-5-1927, που πραγματοποιείται το 1930-31, (βλ. «Χρονικά του Άργους», φ. 26 της 4-10-1931, σελ. 3, στ. Ι).
[50] Εφημ. «Αλήθεια», 29-10-1927. Θα πρέπει να σημειώσω ότι στην εφημ. «Δράσις» (φ. 8. της 4-9-1924) είχαν δημοσιευθεί πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες μετά την Επανάσταση του 1922 η Φιλοδασική Ένωσις Άργους είχε ζητήσει να κηρυχθεί αναδασωτέα η έκταση 10 στρεμμάτων που ανήκε στην όλη εναπομένουσα ιδιοκτησία των κληρονόμων Καλλέργη. Στο ίδιο φύλλο υπάρχει σαφής αναφορά στο έγγρ. αρ 28164 14-7-1924 του Υπουργείου Παιδείας, προς την Επιθεώρηση Εκπαίδευσης και το Νομομηχανικό Αργολιδοκορινθίας, με το οποίο δινόταν εντολή να ελεγχθεί η κατάσταση του κτιρίου και η καταλληλότητά του, με στόχο την αναγκαστική απαλλοτρίωσή του. Είναι αυτονόητο ότι οι ενέργειες αυτές δεν κατέληξαν πουθενά.
[51] Στην «Αγροτ. Αργολίδα», φ. 80 της 13-5-1928, σελ. 2.
[52] «Παναργειακή», σχόλιο στο φ. 94 της 25-11-1928. σελ. 2.
[53] Στην εφημ. «Πρωία» της 9-4- μη καθοριζόμενου έτους, απόκομμα στο αρχείο Δ. Καλλέργη, φ. 10.
[54] Εφημ. «Τελέσιλλα», αρ. 60, της 11-1-1931, σελ. 1.
[55] Πληροφορίες στα «Χρονικά του Άργους», φ. 18 της 9-8-1931, σελ. 3.
[56] Άρθρα «χαρμόσυνα» στην «Αγρ. Αργολίδα» (κύριο άρθρο, φ. 248 της 11-10-31) και στα «Χρονικά του Άργους», φ. 28 της 18-10-1931, σελ. 3.
[57] «Χρονικά του Άργους», φ. 42 της 24-1-1932, σελ. 3.
[58] «Χρονικά του Άργους», φ. 53 της 24-4-1932, πρώτη σελ., τα ίδια, φ. 60 της 19-6-σελ. 2 και 3, τα ίδια, φ. 62 της 10-7-32, κύριο άρθρο, όπως και προφορικές πληροφορίες του μακαρίτη Δ. Τσαπραλή, προέδρου παλαιότερα του συλλόγου «Δαναός», του Γ. Γιαχουντή, γραμματέα παλαιότερα του Δήμου Άργους, και του μακαρίτη Ηρ. Σιδέρη, φύλακα στο Μουσείο Άργους.
[59] Αρ. αποφάσεως 179/ 1960.
Ο Βασίλης Κ. Δωροβίνης είναι δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας και ιστορικός με ερευνητικές εργασίες στον τομέα της νεότερης ιστορίας. Το 2012 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη δράση και τις μελέτες του στον τομέα της πολιτισμικής κληρονομιάς.
Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες», τεύχος 36, 1990.
Σχετικά θέματα:
- Το «Δημόσιον Κατάστημα» (σήμερα, συγκρότημα όπου το Δημαρχείο) Άργους
- Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος: Ιστορία, και μια πολιτιστική μάχη
- Μια Εύγλωττη Σύγκρουση – Στρατώνες Καποδίστρια στο Άργος, κράτος, δήμος, κόμματα, φορείς και πολίτες
- Νοσοκομείο και σχέδια για άλλες κατασκευές στο Άργος – Συμβολές στην ιστορία της κτιριοδομίας της Καποδιστριακής εποχής (1828-1833)
- Το κτίριο του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου Άργους (Καποδιστριακού)
- Το σπίτι του στρατηγού Thomas Gordon στο Άργος