Νοσοκομείο και σχέδια για άλλες κατασκευές στο Άργος – Συμβολές στην ιστορία της κτιριοδομίας της Καποδιστριακής εποχής (1828-1833) | Βασίλης Δωροβίνης – Δικηγόρος, Πολιτικός επιστήμονας, Ιστορικός.
Εσφαλμένη διατύπωση του ίδιου του Χάιντεκ – Βαυαρού και φιλέλληνα αξιωματικού, ο οποίος από τις αρχές του 1828 ως το καλοκαίρι του 1829 είχε αναλάβει την αρμοδιότητα του φρουράρχου Ναυπλίου, με εποπτεία των έργων που γίνονταν και στο Άργος, ή, έστω, εσφαλμένη μετάφραση κειμένων του, συνετέλεσε ώστε, μέχρι σήμερα [1989], να έχει γραφεί, ιδιαίτερα από τοπικούς λογίους, ότι κτίστηκε κτίριο νοσοκομείου στο Άργος.[1]
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική, όπως με ασφάλεια συμπεραίνουμε, πλέον, τόσο από παραβολή σχεδίων της πόλης του Άργους (Devaud και de Borroczün) όσο και από στοιχεία του καποδιστριακού αρχείου των Γενικών Αρχείων του Κράτους. Ας δούμε το θέμα από κοντά.
Στην Δ’ Εθνοσυνέλευση, που οργανώθηκε στο αρχαίο θέατρο της πόλης (Ιούλιος -Αύγουστος 1829), και κατά τη συνεδρία της 19 Ιουλίου, τέθηκε υπόψη της από τον Ανδρέα Μεταξά, μέλος του «Γενικού Φροντιστηρίου» (αντίστοιχου Υπουργείου Στρατιωτικών), αναφορά του Χάιντεκ με ημερομηνία 3 Ιουλίου, η οποία απευθυνόταν προς την Κυβέρνηση και αποτελούσε ανακεφαλαίωση και των έργων που είχαν εκτελεσθεί υπό την εποπτεία του.[2]
Στο κεφάλαιο αυτής της αναφοράς που επιγράφεται «Επισκευαί και Οικοδομαί, Νοσοκομεία και Στρατώνες» γίνεται μνεία για σύσταση νοσοκομείου στο Άργος, δύο φορές. Μεταφέρουμε κατά λέξη τα σχετικά αποσπάσματα: «Νοσοκομείον εσυστήθη, προσέτι, εις Ακροκόρινθον και Άργος (…). Εις το Άργος κατεσκευάσθη (…) ευρύχωρός στρατών (…), όστις αποτελειούται ήδη με την προσθήκην μιας οικίας διά το νοσοκομείον».
Αλλά και στα «Απομνημονεύματα» του ίδιου, που δημοσιεύθηκαν σε ελληνική μετάφραση πολύ αργότερα,[3] αναφέρεται, πάλι, ότι: «Το ιππικόν είχε μικρόν νοσοκομείον εν Άργει, τοιαύτα δε ιδρύθησαν και εν Ακροκορίνθω και Πάτραις».
Τα στοιχεία που έχουμε εντοπίσει στα Γ.Α.Κ., αλλά και παραβολή του δευτέρου προς το τρίτο σχέδιο της πόλης του Άργους,[4] που συντάχθηκαν αντίστοιχα από τον Ντεβώ (Απρίλιος 1829) και τον Ρούντολφ ντε Μποροτσύν (Μάρτιος 1831), υποδεικνύουν σαφώς ότι άλλο νοσοκομείο δεν υπήρχε στην πόλη, εκτός εκείνου που στεγάστηκε στο κτίριο πρώην τουρκικού τζαμιού, του μόνου που απέμενε εκεί, το οποίο είχε μετατραπεί, άγνωστο πότε ακριβώς αλλά, πάντως, κατά τα χρόνια της Επανάστασης, σε ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.[5]

«Το τέμενος του Άργους», 1803, σχέδιο του άγγλου αρχιτέκτονα Sir Robert Smirke (1780-1867) ο οποίος επισκέφθηκε την Ελλάδα μεταξύ 1801-1805. Πανεπιστήμιο του Yale, Αμερική.
Στο σχέδιο Ντεβώ το κτίριο επιγράφεται ως «Église St. Constantin», ενώ στο σχέδιο ντε Μποροτσύν ως «Hôpital». Το γεγονός αυτό ενισχύεται από σαφείς μαρτυρίες στα Γ.Α.Κ. Ας τις δούμε. Ο τοπικός προύχοντας και αγωνιστής Δημ. Περρούκας, κατά την επιδημία πανούκλας, που μάστισε και την περιοχή της Αργολίδας ιδίως κατά την άνοιξη του 1828,[6] είχε διοριστεί «Έφορος Υγείας» για την περιφέρεια αυτή και αλληλογράφησε πυκνά με την κεντρική διοίκηση. Σε έγγραφό του από το Άργος, της 15 Ιουνίου 1828, αναφέρεται επανειλημμένα στο νοσοκομείο της πόλης, και μάλιστα μνημονεύει το οργανωτικό μέτρο που πήρε να μεταφέρονται οι ασθενείς «εις μίαν άκραν», «εις το Νοσοκομείον», ενώ οι μολυσμένοι «εις το Καθαρτήριον» (που και από άλλο έγγραφό του μαθαίνουμε ότι ήταν το «μπεζεστένιον», δηλαδή το κτίριο που οι Τούρκοι είχαν μετατρέψει σε αγορά (μπεζεστένι) και ταχυδρομείο (μεντζίλ-χανέ) του Άργους, και το οποίο μετατράπηκε σε Στρατώνα του Ιππικού (Στρατώνες Καποδίστρια). Σε πίνακα επισυναπτόμενο στο έγγραφό του, με θέμα την κατάσταση στην πόλη, ρητά γράφει «Νοσοκομείον Άγιος Κωνσταντίνος».
Λίγους μήνες αργότερα, και αφού είχε περάσει η επιδημία, οι δημογέροντες του Άργους απευθύνονται στον Έκτακτο Επίτροπο της Αργολίδας και μεταξύ των άλλων ζητούν:[7]
«(…) όπως συνεργεία της ευγενείας σας διακοπή παντάπασιν το να υπάρχη Νοσοκομείον η ενταύθα εκκλησία του Αγ. Κωνσταντίνου των ήδη ευρισκομένων ενταύθα τακτικών, πράξις ήτις βεβαίως θέλει πολλαπλασιάση πραγματικωτέραν την ευχαρίστησιν των πολιτών, παρατηρούντων αυτών και ημίν με άκραν δυσαρέσκειαν τα ευαγή καταστήματα να περιφρονούνται και να γίνονται οικήματα εμπαθών στρατιωτών (…)», επικαλούμενοι τη συνδρομή του για να πάψει αυτή η χρήση του κτιρίου.
Ας σημειωθεί, πάντως, ότι τζαμιά χρησιμοποιήθηκαν κατά την καποδιστριακή περίοδο ως νοσοκομεία, ως σχολεία κλπ., και σε άλλες πόλεις (όπως, λόγου χάρη, στο Ναύπλιο και στην Πάτρα), αλλά φαίνεται ότι στο Άργος το κτίριο είχε καθιερωθεί, στην κοινή γνώμη, ως ναός.
Τον Δεκέμβριο η κατάσταση δεν έχει αλλάξει, αφού οι δημογέροντες συντάσσουν λογαριασμό για τη λειτουργία του νοσοκομείου από 5 Αυγούστου μέχρι 10 Νοεμβρίου.[8] Αλλά και το 1829, σε καταστάσεις δαπανών που συντάσσει και υποβάλλει τακτικά ο Χάιντεκ, γίνεται μνεία, ακόμα και ρητή, για το «Νοσοκομείο του Ιππικού στο Άργος»,[9] ονομασία που συναντάται και σε άλλα παρόμοια έγγραφα, ακόμα και του Ιουλίου.[10]
Προς το τέλος του επόμενου χρόνου, ο αρχηγός του στρατού Gerard, σε έγγραφό του προς τον Γραμματέα της Επικρατείας, αναφέρει ότι ο αξιωματικός του μηχανικού Θεόδ. Βαλλιάνος συνέταξε προϋπολογισμό «για την κατασκευή ενός θεραπευτηρίου (Infirmerie) για τους αρρώστους του Ιππικού, μέσα στην εκκλησία του Αγ. Κωνσταντίνου», δίδει κατάλογο των υλικών που θα απαιτηθούν και προσθέτει ότι, εξαιτίας του χειμώνα και για να προστατευθεί η υγεία των στρατιωτών, θα πρέπει να υποστηριχθεί η αίτησή του αυτή στον Καποδίστρια, ώστε να δώσει τις σχετικές διαταγές.[11]
Ο Gerard επανέρχεται με νέο έγγραφό του,[12] ενώ ο ίδιος ο Βαλλιάνος γράφει στον Γραμματέα επί των Στρατιωτικών Ρόδιο, αναφέροντας υλικά και επισκευές που χρειάζονται για το κτίριο, και υποβάλλει συνημμένα άλλη αναφορά του μηχανικού Στ. Ησαΐα, σταλμένη από το Άργος.[13]
Το ότι συνεχίζει να λειτουργεί Στρατιωτικό Νοσοκομείο στο Άργος φαίνεται από καταστάσεις πληρωμών εξόδων του 1831[14] – σε μία από αυτές μνημονεύεται και «φαρμακαποθήκη»[15]-, αλλά και από έγγραφο του Τοποτηρητή Άργους Ε. Β. Βασιλειάδη («ενταύθα ευρίσκεται Νοσοκομείον του Τακτικού Ιππικού»), με το οποίο ζητούσε και πρόσθετο «ευρύχωρον κατάλυμα δι’ όλους τους υπό την επίσκεψιν (του γιατρού Αυγουστίνου Κλαυδίου) ασθενείς στρατιώτας των διαφόρων ταγμάτων», οι οποίοι «κείνται σποράδην εις την πόλιν, ένθεν κακείθεν εις διαφόρους οικίας».[16]
Από το έγγραφο αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το «θεραπευτήριο» που ζητούσε ο Gerard τελικά δεν είχε κατασκευασθεί ή, αντίθετα, ότι παρά την κατασκευή του δεν επαρκούσε για τις ανάγκες.
Κατά τα πρώτα χρόνια της οθωνικής εποχής συνεχίζει να συντηρείται νοσοκομείο στρατιωτικό στην πόλη, όπως φαίνεται από καταστάσεις διαφόρων εξόδων της εποχής, αλλά και εξόδων για «επιδιορθώσεις» του «βασιλικού Νοσοκομείου εις Άργος», όπως το αποκαλούν το 1833.[17] Ενώ σε αναφορά του Υπουργού Παιδείας Ιακ. Ρίζου προς τον Όθωνα, γραμμένη στα γαλλικά το Σεπτέμβριο του 1834, εκφράζεται η ιδέα να χρησιμοποιηθούν τα κτίρια του «Δημοσίου Καταστήματος» ως κοιτώνες αρρώστων στρατιωτών, «γιατί είναι, ειδικότερα το κτίριο του δικαστηρίου, διώροφο οίκημα, καλά αεριζόμενο και με γερά πατώματα, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προσωρινό νοσοκομείο, δίχως να βλάπτεται ο αρχικός προορισμός του».[18] Το πρόβλημα του «θεραπευτηρίου»-κοιτώνων ασθενών φαίνεται ότι δεν είχε επιλυθεί ακόμη.
Αν δεχθούμε, εν μέρει τουλάχιστον, τα αναφερόμενα από τον Τάσο Τσακόπουλο,[19] ίσως ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου συνέχιζε να λειτουργεί ως νοσοκομείο για πολλά χρόνια αργότερα. Σε έγγραφο, πάντως, του 1852 γίνεται μνεία για «επισκευή της κιγκλιδωτής θύρας του πρώην θεραπευτηρίου Άργους,[20] αλλά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε σε τι ακριβώς αναφέρεται.
Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι για κτίριο, από τα αντιπροσωπευτικότερα της νεοκλασικής, αρχιτεκτονικής στο Άργος, που βρίσκεται δίπλα στο ναό της Αγίας Αικατερίνης και δυτικότερα από εκείνον του Αγίου Κωνσταντίνου, έχει διατηρηθεί η ονομασία «Τα Σπιτάλια».
Από το καποδιστριακό αρχείο των Γ.Α.Κ. προέρχονται στοιχεία που δείχνουν ότι προχωρούσαν σχέδια της καποδιστριακής διοίκησης για επισκευή των υδραγωγείων της πόλης και επέκταση του δικτύου τους,[21] για κατασκευή μεγάρου της Αρχιεπισκοπής, όπως και νέου ναού,[22] αλλά και κτιρίου για το Ελληνικό Σχολείο.[23] Οι κατασκευές αυτές ή δεν άρχισαν ή δεν προχώρησαν από το χάος που δημιουργήθηκε μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια.
Πέρα από αυτά, έχουμε εντοπίσει στοιχεία για ύπαρξη πρόχειρων κατασκευών ή μετασκευών κάποιων ιδιωτικών ή «εθνικών» μικρών κτιρίων, που χρησιμοποιήθηκαν ως «εθνικά μαγαζεία», ως φυλάκια (;) της μικρής φρουράς της Τοποτήρησης, ως αποθήκες και ως αχυραποθήκες.[24] Δεν στάθηκε, όμως, δυνατό να εντοπίσουμε την ακριβή θέση τους.
Από την ιστορία του «Καλλέργειου», που θα δημοσιεύσουμε στο μεθεπόμενο τεύχος, και από όσα δημοσιεύσαμε μέχρι σήμερα, αναδεικνύεται μία πλευρά των προσπαθειών της καποδιστριακής διοίκησης για οργάνωση του αστικού χώρου, για δημιουργία διοικητικής υποδομής διάρκειας, αλλά και για διαφύλαξη εφεδρειών εθνικής γης, με σκοπό την αντιμετώπιση μελλοντικών αναγκών, λαμβάνοντας υπόψη το φαινόμενο κερδοσκοπίας στη γη ή, πάντως, δημιουργίας υπεραξίας της από τις δημόσιες οικοδομές, φαινόμενο που ήδη από τότε είχε αρχίσει να εκδηλώνεται.
Υποσημειώσεις
[1] Έτσι, ο Ι. Ε. Ζεγκίνης, στο «Άργος διά μέσου των αιώνων» (έκδοση Β’, 1968, σελ. 275), αναφέρει ότι ο Καποδίστριας κατασκεύασε στο Άργος και «οίκημα προοριζόμενον διά στρατιωτικόν νοσοκομείον (τούτο μετά την δολοφονίαν του κυβερνήτου κατέλαβεν ο Δημ. Καλλέργης και χρησιμοποίησεν ως οικίαν του, νυν κρατικόν αρχαιολογικόν μουσείον)».
[2] . Το κείμενο της αναφοράς του Χάιντεκ, σε ελληνική μορφή και δίχως καμιάν ένδειξη για μετάφραση, πρωτοδημοσίευσε ο Ανδρ. Μάμουκας στα «Κατά την Αναγέννησιν της Ελλάδος» (τόμος ΙΑ, 1852, σελ. 607 και εξ.). Το ίδιο κείμενο της συλλογής Μάμουκα αναδημοσιεύθηκε, τελευταία, στα «Αρχεία της ελληνικής Παλιγγενεσίας» της Βουλής (Εθνικές Συνελεύσεις, τόμος Β’, Αθήνα 1973, σελ. 479 και εξ. Σε τοπικό επίπεδο, η έκθεση έγινε γνωστή από τη δημοσίευση των σχετικών αποσπασμάτων στο έργο «Η Ναυπλία», του Μηχ. Γ. Λαμπρυνίδη (έκδοση του 1898, σελ. 517 και εξ., και ανατύπωση του 1975, σελ. 284 και εξ.).
[3] Στο περιοδικό «Αρμονία», τόμος Β’ 1901, το σχετικό απόσπασμα στη σελ. 543.
[4] Για το σχέδιο του Ρ. ντε Μποροτσύν, με φωτογραφίες των τεσσάρων αντιτύπων του, βλ. τη μελέτη μας «Capodistrias et ia Plaification D’ Argos», στο «Bulletin de Correspondance Hellenmgue» της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών, συμπλήρωμα VI, «Etudes Argiennes». 1980. Στην ίδια μελέτη υπάρχουν και τα σχετικά με τη σύνταξη και εξέλιξη του σχεδίου Ντεβώ, δίχως, όμως, το ίδιο το σχέδιο, που ακόμα δεν το είχαμε εντοπίσει.
[5] Πληροφορίες για τον Αγ. Κωνσταντίνο υπάρχουν μόνο σε σχετικό σημείωμα του Αργίτη ιστοριοδίφη Τάσου Τοακόπουλου, στο πέμπτο τεύχος του έργου του «Συμβολαί εις την ιστορίαν της εκκλησίας της Αργολίδος», σελ. 20-23, όπου και αναφέρεται γνώμη του αρχαιολόγου Πιτίδη ότι το τζαμί είναι από τα παλαιότερα και ότι θα κτίστηκε στα 1570 – 1600. Βλ. και δεύτερη συμπλήρωση άρθρου μου για τους παλαιούς ναούς του Άργους, συμπλήρωμα σε όσα είχε γράψει ο Τσακόπουλος, με νέες πληροφορίες από τις πρώτες έρευνές μου στα ΓΑΚ, στην τοπική εφημερίδα «Θάρρος» της 5-3-1985 (το κυρίως άρθρο μου είχε δημοσιευθεί στα φύλλα της 1 και 78-1984).
[6] ΓΑΚ. Έκτ. Επίτρ., Φ. 2023 Βλ. και το άρθρο των Τ. Γριτσόπουλου και Γ. Καλαντζόπουλου, «Πανώλης μαστίζουσα την Αργολίδα το 1828», στα Πρακτικά του Β’ Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών σπουδών (Αθήνα 1981 – 82), όπου το σχετικό έγγραφο μνημονεύεται στις σελ. 244-245. Στο άρθρο αυτό αξιοποιείται ορισμένο από το αρχειακό υλικό που υπάρχει, άφθονο, στις ενότητες του καποδιστριακού αρχείου των ΓΑΚ.
[7] ΓΑΚ, Έκτ. Επίτρ., φ.64, έγγρ. με ημερομ. 29-10-1828.
[8] ΓΑΚ, Έκτ. Επίτρ., φ.73, έγγρ. με ημερομ. 5 12-1828.
[9] ΓΑΚ, Γεν. Φροντ. Έγγραφα καταστάσεις αντίστοιχα της 1-3-1829 (σελ. 4 – στον φ. 37) και της 16-1829 (σελ.4 – στον φ. 47).
[10] ΓΑΚ. Γεν. Φροντ., φ. 55, έγγραφο υπογραμμένο από τον Φαρόνσκι, με συνημμένο σημείωμα για αγορά φαρμάκων, στα ιταλικά, όπου μνεία του «Ospedale Militare». Ημερομηνία και για τα δύο η 15-7-1829.
[11] ΓΑΚ, Αρχ. Βλαχ., Γεν. Γραμ., φ.89. έγγρ. της 4-10-1830.
[12] ΓΑΚ. Αρχ. Βλαχ., Γεν. Γραμμ, φ. 89, έγγρ. της 10-10-1830.
[13] ΓΑΚ, Γραμμ. Στρατ., φ. 49, έγγρ. της 2-12.1830, και συνημμ. του Ησαΐα της 30-11-30.
[14] Βλ. γ.π. εκείνη της 142 1831. στα ΓΑΚ, Γραμμ. Στρατ. φ. 67.
[15] ΓΑΚ, Γραμμ. Στρατ. 67, έγγρ με ημερομ. 24-2-1831.
[16] ΓΑΚ, Γραμμ. Στρατ., φ. 106, έγγρ. της 31-8-1831.
[17] Βλ. ΓΑΚ, Οικονομία φάκελοι αντίστοιχα 354 έγγρ. της 16-12-1833, με δύο διαφορετικές καταστάσεις και συνημμένα), 355 (έγγρ. της 23-12-1833, πάλι με δύο καταστάσεις και σχετικά έγγραφα, όπου υπογράφει ως υπεύθυνος μηχανικός ο Ανδρέας Κόλαδρος).
[18] ΓΑΚ, Οθωνικό, L57, έγγρ. της 28-9-1834.
[19] όπ. παρ, σελ. 21. «Ως τζαμίον το είχε ποιμνιοστάσιον διά τα πρόβατά του ο τότε πανίσχυρος και παντοδύναμος στρατηγός του Αγώνος Δημ Τοώκρης (1798 – 1875), αλλά κατά τα 1871, χάρις εις τας ευγενικάς ενεργείας του μακαρίτη Ιωάννου Ζώη υπολοχαγού του πεζικού, καθηγιασθέν δι’ εγκαινίων μετετράπη εις Χριστιανικόν ναόν, Τιμώμενον εν ονόματι των αγίων και μεγάλων Βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης».
[20] ΓΑΚ, Οθωνικό. ΜΓ. Ι al, φ.33, έγγρ. με ημερομ. Αθήνα, 26-8-1852, με αρ. 14035 και παραλήπτη την 6η Δ/ση Μηχανικού.
[21] Έτσι στο λόγο του Toποτηρητή Ν. Μαυρομμάτη, κατά τα εγκαίνια του Αλληλοδιδακτικού σχολείου Άργους (ΓΑΚ. Θρησκείας φ.40, όπου και σχετικό έγγραφό του προς τον Καποδίστρια, που του απαντά και το σχετικό έγγραφο θεωρείται τόσο σημαντικό ώστε να δημοσιευθεί στη «Γενική Εφημερίδα» της 17-6-1831 – εγγρ. Καποδ. αρ 2390, της 15-6- 1831). Τα εγκαίνια έγιναν στις 11 Ιουνίου. Περιγραφή του και στην «Αιγιναία» της 15-6-1831 – αναδ. στον Δασκαλάκη, «Κείμενα Πηγαί της Ελληνικής Επαναστάσεως», με αρ.944. Το έγγρ. του Καποδίστρια βρίσκεται στα ΓΑΚ. Θρησκείας. Φ. 40. Άλλη αναφορά, σε άλλο έγγρ. του Καποδίστρια με ημερομηνία 9-5-1830, δείχνει ότι από τότε, επέμενε στο σχέδιο για δημιουργία δικτύου ύδρευσης στην πόλη (ΓΑΚ. Γεν. Γραμμ. φ.239).
[22] Βλ. σχετ. σε Συνεδρίαση της Ε’ Εθνοσυνέλευσης, της 4-3-1832, στα «Αρχεία της Ελλην. Παλιγγενεσίας», όπ παρ., τόμος Γ’, 1974, σελ. 460.
[23] Βλ. σημ. 21, έγγρ. Καποδίστρια της 15-6-1831.
[24] Γ. π. βλ. ΓΑΚ, Γραμμ. Στρατ., φ.31 και 148, και Γεν. Φροντ., φ. 69, για τα «μαγαζεία», όπως και Γραμμ. Στρατ., φ.113, για αχυραποθήκες, και φ.113, 129 και 141 για αποθήκες. Αποθήκες στο Άργος αναφέρονται και στο έγγρ αρ. 1845.2365 της 21-11-1833 του Νομάρχη Αργολίδας και Κορινθίας προς την «επί των Οικονομικών Γραμματείαν της Επικρατείας» (ΓΑΚ, Οικον., φ. 350). Για 4 «οσπήτια φρουράς τοποθετημένα εις τους δρόμους της πόλεως Άργους» βλ. καταστάσεις του Λάμπρου Ζαβού, αρχιτέκτονα της πόλης από το καλοκαίρι του 1830, με ημερομ. Νοεμβρίου 1831, στα ΓΑΚ. Γραμμ. Στρατ., φ. 122.
Ο Βασίλης Κ. Δωροβίνης είναι δικηγόρος, πολιτικός επιστήμονας και ιστορικός με ερευνητικές εργασίες στον τομέα της νεότερης ιστορίας. Το 2012 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών για τη δράση και τις μελέτες του στον τομέα της πολιτισμικής κληρονομιάς.
Περιοδικό, «Αρχαιολογία και Τέχνες» τεύχη 33, 1989.
Σχετικά θέματα:
- Ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (πρώην τζαμί) στο Άργος: συμβολή στη μελέτη του μνημείου
- Ιερός Ναός Αγίου Κωνσταντίνου στο Άργος
- Νοσοκομείο Άργους (Ιστορικές στιγμές – Μέρος I)